ΑΠΟΧΗ ΚΟΛΑΦΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΟΜΜΑΤΟΚΡΑΤΙΑΣ
Η απαξίωση της πολιτικής ζωής, των πολιτικών, των κομμάτων και του πολιτικού συστήματος εν γένει αποτελεί το βασικό λόγο για την αποχή. Όπως συναφώς προκύπτει από την έρευνα κοινής γνώμης που διενήργησε για λογαριασμό του «Φ» η εταιρεία RAI Consultants, μια σημαντική πλειοψηφία τάσσεται πλέον έναντι στο πολιτικό σύστημα και του γυρίζει την πλάτη. Δημιουργείται συνειδητά ένα πλειοψηφικό ρεύμα, το οποίο ενδεχομένως για διαφορετικούς λόγους συντάσσεται με το μεγάλο στρατόπεδο της αποχής.
Η επιλογή της αποχής από τις εκλογές συνιστά εν πολλοίς την απάντηση και την απόρριψη της πολιτικής τάξης. Είναι απολύτως ξεκάθαρο πως η συντριπτική πλειοψηφία εκφράζει διά της αποχής τη διαμαρτυρία και την αγανάκτησή της. Είναι πρόδηλο από τις απαντήσεις πως η αποχή είναι συνειδητή και εκφράζει ένα σαφές πολιτικό μήνυμα για αλλαγές στην πολιτική ζωή και στο σύστημα. Ταυτόχρονα, εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο, που για τους πολιτικούς είναι στο τέλος ανώδυνος, η ανάγκη για τιμωρία όσων ευθύνονται για την οικονομική κατάρρευση και την αξιακή ισοπέδωση.
Βασικά μόνο ένα 16% απαντά με μη πολιτικούς όρους στους λόγους που το οδήγησε να απέχει (λόγω δουλειάς/υποχρεώσεων 10% και 6% λόγοι υγείας). Το υπόλοιπο ποσοστό, που αγγίζει το 84% με διαφορετικούς τόνους (απαξίωση, αγανάκτηση, απόρριψη, έλλειψη εμπιστοσύνης), «αναμετράται» με το πολιτικό σύστημα.
Έχει πάντως ενδιαφέρον πώς δίνονται οι απαντήσεις στο ερώτημα «για ποιους λόγους δεν ψηφίσατε την Κυριακή;».
Η κατανομή της οργής και της απόρριψης γίνεται ως εξής: Απογοήτευση/αγανάκτηση από τους πολιτικούς 16%, δεν με εκφράζει κανένας πολιτικός 11%, απαξίωση πολιτικού συστήματος 9%, δεν αξίζει κανένας πολιτικός 9%, για να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για την οικονομική κρίση 9%, δεν εμπιστεύομαι κανέναν 9%, κανένας δεν νοιάζεται/όλοι δουλεύουν για το συμφέρον τους 8%, αποχή διαμαρτυρίας 5%, για να τιμωρηθούν οι ένοχοι 3% και απογοήτευση από τα κόμματα 3%. Ηλικιακά οι λεγόμενες παραγωγικές ηλικίες εκφράζονται πιο έντονα σε συναισθηματικό επίπεδο. Εκφράζουν απογοήτευση και αγανάκτηση. Πιο έντονη είναι απαξίωση και η απόρριψη στις νεαρές ηλικίες που ενίοτε παρουσιάζονται πιο επαναστατικές. Ωστόσο, τα ποσοστά κινούνται λίγο πολύ στο ίδιο επίπεδο και ψηλά και προς την ίδια κατεύθυνση σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Εδραιώνεται η αποχή
Είναι σαφές από τις απαντήσεις πως το φαινόμενο της αποχής όχι μόνο δεν υποχωρεί υπό τις σημερινές συνθήκες αλλά εδραιώνεται και αυξάνεται. Στην ερώτηση «αν την προηγούμενη Κυριακή είχαμε βουλευτικές εκλογές (αντί ευρωεκλογών), θα πήγαιναν οι ερωτώμενοι να ψηφίσουν (βάση των ερωτηθέντων όσοι απείχαν την περασμένη Κυριακή), η τοποθέτηση είναι αρκούντως ξεκάθαρη. Το 65% δεν θα ψήφιζε, το 30% θα προσερχόταν στις κάλπες και το 5% δεν απάντησε.
Τι θα ανέτρεπε αυτή την κατάσταση; Ποια κίνητρα και νέα δεδομένα θα επανέφεραν τους πολίτες στις κάλπες; Στα ερωτήματα αυτά, οι απαντήσεις πολλές, πλην όμως διαφωτιστικές. Η ανάλυση και επεξεργασία των απαντήσεων μπορεί να αποτελέσουν σε μεγάλο βαθμό τη συνταγή αντιμετώπισης του φαινομένου της αποχής. Τα στοιχεία της έρευνας, που διενεργήθηκε μερικά 24ωρα μετά τις ευρωεκλογές, αποτελούν σημαντικό εργαλείο για όσους θέλουν πραγματικά να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το φαινόμενο της αποχής. Αυτό που φαίνεται από τις τοποθετήσεις είναι πως οι πολίτες χρειάζονται αλλαγές και ανατροπές για να επανέλθουν στις κάλπες. Ένα μόνο 5% δεν θα ψήφιζε ό,τι και να γινόταν, όσες βελτιώσεις και ανατροπές να επέρχονταν στη χώρα. Έχουν, όμως, ενδιαφέρον οι λόγοι που θα ανέτρεπαν αυτό το φαινόμενο. Όλες οι απαντήσεις/επιλογές συνδέονται με την κοινωνική πραγματικότητα, γι’ αυτό βασικό κίνητρο παραμένει η οικονομία, η ανανέωση και το Κυπριακό. Με βάση τα αποτελέσματα το 44% θεωρεί ως πρώτο λόγο τη βελτίωση της οικονομίας. Τούτο σημαίνει πως για ένα μεγάλο ποσοστό, η κρίση και τα πολλά και εν πολλοίς ανυπέρβλητα οικονομικά προβλήματα οφείλονται στη διαχείριση (ή μη διαχείριση) του πολιτικού συστήματος. Κυβέρνησης και κομμάτων, του πολιτικού προσωπικού.
Το 28% θεωρεί ότι τα νέα πρόσωπα θα το επηρεάσουν, οι εξελίξεις και η λύση του Κυπριακού 18% και από εκεί και πέρα οι λόγοι είναι διάφοροι και έχουν μικρή απήχηση. Για παράδειγμα η ειλικρίνεια από τους πολιτικούς (5%), η τιμωρία των ενόχων για την οικονομική κρίση (4%), αν δεν είχαν υποχρέωση να ψηφίσουν (4%), νέο κόμμα (3%), οριζόντια ψηφοφορία (3%), μείωση της ανεργίας (3%), όφελος από συγκεκριμένους υποψηφίους, κοντολογίς μέσο (2%), υποχρεωτική ψήφος (1%), αλλαγή στάσης συγκεκριμένου κόμματος (1%) και νέες ιδέες (1%).
«Ζημιώνει η Κύπρος από την ένταξη στην ΕΕ»
Η οικονομική κρίση, κυρίως τα διαδραματιζόμενα τον Μάρτιο του 2013 με το κούρεμα των καταθέσεων και η ισοπέδωση του τραπεζικού συστήματος, έχουν σαφώς και επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση των Κυπρίων έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης δεν θεωρεί πλέον ότι η χώρα μας έχει ωφεληθεί από την ένταξή μας στην Ε.Ε. Το 2006, μετά τον πρώτο ενθουσιασμό από την ένταξη, που έγινε ως γνωστό την Πρωτομαγιά του 2004 (μια εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν), αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Διαφαίνεται μια αύξηση της αρνητικής προσέγγισης. Η θέση πως η ένταξή μας στην Ε.Ε. έχει ζημιώσει πολύ (9%) και έχει ζημιώσει λίγο(13%), που καταγραφόταν το 2006, το 2014 ανεβαίνει στο 29% και 17% αντίστοιχα, εκφράζοντας μια στροφή της κυπριακής κοινωνίας.
Το 2014, σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες (46%) θεωρούν ότι η Κύπρος έχει ζημιώσει λίγο ή πολύ από την ένταξή της στην Ε.Ε. Αυτή η αρνητική τάση είχε διαμορφωθεί ήδη από το 2012 με 38% να θεωρούν ότι η Κύπρος έχει ζημιώσει. Πριν το 2010 τα αντίστοιχα ποσοστά ουδέποτε ξεπέρασαν το 30%. Η χρονιά σταθμός, το 2010, ήταν και η απαρχή της μεγάλης κρίσης. Είναι σαφές πως η στάση των πολιτών συνδέεται με την κρίση και οι πολίτες λόγω και της στάσης των εταίρων μας στην Ε.Ε., φορτώνουν τα όσα βιώνουν σήμερα στο πεδίο της οικονομίας στην Ευρώπη. Πόσο αυτό είναι δίκαιο ή όχι; Η απάντηση δεν περιορίζεται σε ένα ναι ή ένα όχι. Το σίγουρο είναι πως εδραιώνεται μια αρνητική στάση, η οποία αυξάνεται λόγω και της έλλειψης ενημέρωσης.
Αυτοί που ψήφισαν στις ευρωεκλογές της περασμένης Κυριακής τοποθετούνται ως εξής: Έχει ζημιώσει πολύ η Κύπρος από την ένταξη 27%, έχει ζημιώσει λίγο 18%, έχει ωφεληθεί πολύ 16% και έχει ωφεληθεί λίγο 38%. Όσοι δεν ψήφισαν τοποθετούνται ως εξής: Δεν έχουμε ωφεληθεί καθόλου, δηλαδή έχουμε ζημιώσει πολύ 32%, έχουμε ωφεληθεί λίγο, έχουμε ζημιώσει λίγο 17%. Έχουμε ωφεληθεί πολύ 12%, έχουμε ωφεληθεί λίγο 37%.
Δημόσιοι, ημικρατικοί και συνταξιούχοι ψήφισαν
Η αποχή, όπως παρουσιάζεται στην έρευνα, είναι ελαφρώς πιο κάτω στη δημοσκόπηση, λόγω του ότι το δείγμα δεν συμπεριλαμβάνει Τουρκοκύπριους αλλά επίσης και φοιτητές και πολίτες που είναι στο εξωτερικό και δεν ψήφισαν, αλλά και πιθανώς και ένα ποσοστό αυτών που δεν ψήφισαν, και δεν λαμβάνουν μέρος στις δημοσκοπήσεις. Κινείται, ωστόσο, περίπου στα ίδια επίπεδα και αναδεικνύει το φαινόμενο της αποχής. Το 42% δήλωσε πως δεν ψήφισε και το 58% ότι ψήφισε. Το 60% των ανδρών ψήφισε και το 40% όχι, το 57% των γυναικών ψήφισε και το 43%. Ηλικιακά προκύπτει πως στις ηλικίες 18-39 χρόνων ψήφισε το ποσοστό 49% και το 51% όχι. Στις ηλικίες πάνω από 40 χρόνων ψήφισε το 63% και το 37% δεν ψήφισε. Περίπου άνδρες και γυναίκες συμπεριφέρθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο ως προς τη συμμετοχή τους στην κάλπη. Πόσοι ψήφισαν, δηλαδή και πόσοι απείχαν. Ηλικιακά η αποχή διαπιστώνεται μεγαλύτερη στους πιο νέους, μέχρι 40 ετών.
Σε ό,τι αφορά το επίπεδο μόρφωσης είναι σημαντικά πιο μεγάλη η αποχή στους πολίτες με ανώτερη μόρφωση. Είναι επίσης σημαντικό ότι το ρεκόρ συμμετοχής το έχουν εκτός από τους συνταξιούχους και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο και ημιδημόσιο τομέα, αλλά και οι άνεργοι. Το 66% των δημοσίων υπαλλήλων δηλώνει ότι έχει ψηφίσει και το 34% όχι. Το 72% συνταξιούχων έχει ψηφίσει και το 28%. Τούτο δείχνει μια συνέχεια στην παράδοση ενδεχομένως και της συνήθειας. Το σίγουρο είναι πως οι μεγαλύτερες ηλικίες έχουν εδραιωμένες απόψεις και δεν ταλαντεύονται τόσο όσο οι νεότεροι. Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα ψήφισαν σε ποσοστό 47%, οι άνεργοι 64% και φοιτητές/στρατιώτες/νοικοκυρές 49%.
Δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους
Οι Κύπριοι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους κι αυτό είναι αποτέλεσμα, ασφαλώς της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει τη χώρα. Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η ικανοποίηση από τη ζωή είναι στο πιο χαμηλό σημείο από το 1998 που παρακολουθεί αυτό τον δείκτη η RAI. Σχεδόν 1 στους 3 Κύπριους δηλώνουν καθόλου ή όχι και τόσο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους (31%). Σχεδόν διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με το 2011 και τριπλάσιο σε σχέση με τη δεκαετία του 2000. Το 1998 μόνο το 3% δήλωνε καθόλου ικανοποιημένος και το 20% όχι και τόσο ικανοποιημένος. Υπήρχε δε και περίοδος κατά την οποία ο δείκτης μειωνόταν με τους πολίτες να δηλώνουν στην πλειοψηφία τους αρκετά ικανοποιημένοι. Το 2014 το 18% δηλώνει αρκετά ικανοποιημένο, το 51% αρκετά, το 19% όχι και τόσο ικανοποιημένο και το 12% καθόλου.
Αυτή η τοποθέτηση, δηλαδή η έλλειψη ικανοποίησης από τη ζωή δεν έπαιξε, όπως φαίνεται, σημαντικό ρόλο στην απόφαση να ψηφίσουν οι πολίτες ή όχι. Τα ποσοστά τόσο σε αυτούς που προσήλθαν στις κάλπες και σε αυτά εκείνων που δεν πήγαν να ψηφίσουν κινούνται περίπου στα ίδια ποσοστά.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣΜέγεθος δείγματος: 818 άτομα
Κάλυψη: Παγκύπρια, αστικές και αγροτικές περιοχές, άντρες και γυναίκες 18 χρόνων και άνω
Μεθοδολογία: Τυχαία πολυσταδιακή στρωματοποιημένη δειγματοληψία
Μέθοδος συλλογικής στοιχείων: Τηλεφωνικές συνεντεύξεις από το τηλεφωνικό κέντρο της RAI Consultants
Συλλογή στοιχείων: 28-29 Μαΐου 2014
Η επιλογή της αποχής από τις εκλογές συνιστά εν πολλοίς την απάντηση και την απόρριψη της πολιτικής τάξης. Είναι απολύτως ξεκάθαρο πως η συντριπτική πλειοψηφία εκφράζει διά της αποχής τη διαμαρτυρία και την αγανάκτησή της. Είναι πρόδηλο από τις απαντήσεις πως η αποχή είναι συνειδητή και εκφράζει ένα σαφές πολιτικό μήνυμα για αλλαγές στην πολιτική ζωή και στο σύστημα. Ταυτόχρονα, εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο, που για τους πολιτικούς είναι στο τέλος ανώδυνος, η ανάγκη για τιμωρία όσων ευθύνονται για την οικονομική κατάρρευση και την αξιακή ισοπέδωση.
Βασικά μόνο ένα 16% απαντά με μη πολιτικούς όρους στους λόγους που το οδήγησε να απέχει (λόγω δουλειάς/υποχρεώσεων 10% και 6% λόγοι υγείας). Το υπόλοιπο ποσοστό, που αγγίζει το 84% με διαφορετικούς τόνους (απαξίωση, αγανάκτηση, απόρριψη, έλλειψη εμπιστοσύνης), «αναμετράται» με το πολιτικό σύστημα.
Έχει πάντως ενδιαφέρον πώς δίνονται οι απαντήσεις στο ερώτημα «για ποιους λόγους δεν ψηφίσατε την Κυριακή;».
Η κατανομή της οργής και της απόρριψης γίνεται ως εξής: Απογοήτευση/αγανάκτηση από τους πολιτικούς 16%, δεν με εκφράζει κανένας πολιτικός 11%, απαξίωση πολιτικού συστήματος 9%, δεν αξίζει κανένας πολιτικός 9%, για να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για την οικονομική κρίση 9%, δεν εμπιστεύομαι κανέναν 9%, κανένας δεν νοιάζεται/όλοι δουλεύουν για το συμφέρον τους 8%, αποχή διαμαρτυρίας 5%, για να τιμωρηθούν οι ένοχοι 3% και απογοήτευση από τα κόμματα 3%. Ηλικιακά οι λεγόμενες παραγωγικές ηλικίες εκφράζονται πιο έντονα σε συναισθηματικό επίπεδο. Εκφράζουν απογοήτευση και αγανάκτηση. Πιο έντονη είναι απαξίωση και η απόρριψη στις νεαρές ηλικίες που ενίοτε παρουσιάζονται πιο επαναστατικές. Ωστόσο, τα ποσοστά κινούνται λίγο πολύ στο ίδιο επίπεδο και ψηλά και προς την ίδια κατεύθυνση σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Εδραιώνεται η αποχή
Είναι σαφές από τις απαντήσεις πως το φαινόμενο της αποχής όχι μόνο δεν υποχωρεί υπό τις σημερινές συνθήκες αλλά εδραιώνεται και αυξάνεται. Στην ερώτηση «αν την προηγούμενη Κυριακή είχαμε βουλευτικές εκλογές (αντί ευρωεκλογών), θα πήγαιναν οι ερωτώμενοι να ψηφίσουν (βάση των ερωτηθέντων όσοι απείχαν την περασμένη Κυριακή), η τοποθέτηση είναι αρκούντως ξεκάθαρη. Το 65% δεν θα ψήφιζε, το 30% θα προσερχόταν στις κάλπες και το 5% δεν απάντησε.
Τι θα ανέτρεπε αυτή την κατάσταση; Ποια κίνητρα και νέα δεδομένα θα επανέφεραν τους πολίτες στις κάλπες; Στα ερωτήματα αυτά, οι απαντήσεις πολλές, πλην όμως διαφωτιστικές. Η ανάλυση και επεξεργασία των απαντήσεων μπορεί να αποτελέσουν σε μεγάλο βαθμό τη συνταγή αντιμετώπισης του φαινομένου της αποχής. Τα στοιχεία της έρευνας, που διενεργήθηκε μερικά 24ωρα μετά τις ευρωεκλογές, αποτελούν σημαντικό εργαλείο για όσους θέλουν πραγματικά να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά το φαινόμενο της αποχής. Αυτό που φαίνεται από τις τοποθετήσεις είναι πως οι πολίτες χρειάζονται αλλαγές και ανατροπές για να επανέλθουν στις κάλπες. Ένα μόνο 5% δεν θα ψήφιζε ό,τι και να γινόταν, όσες βελτιώσεις και ανατροπές να επέρχονταν στη χώρα. Έχουν, όμως, ενδιαφέρον οι λόγοι που θα ανέτρεπαν αυτό το φαινόμενο. Όλες οι απαντήσεις/επιλογές συνδέονται με την κοινωνική πραγματικότητα, γι’ αυτό βασικό κίνητρο παραμένει η οικονομία, η ανανέωση και το Κυπριακό. Με βάση τα αποτελέσματα το 44% θεωρεί ως πρώτο λόγο τη βελτίωση της οικονομίας. Τούτο σημαίνει πως για ένα μεγάλο ποσοστό, η κρίση και τα πολλά και εν πολλοίς ανυπέρβλητα οικονομικά προβλήματα οφείλονται στη διαχείριση (ή μη διαχείριση) του πολιτικού συστήματος. Κυβέρνησης και κομμάτων, του πολιτικού προσωπικού.
Το 28% θεωρεί ότι τα νέα πρόσωπα θα το επηρεάσουν, οι εξελίξεις και η λύση του Κυπριακού 18% και από εκεί και πέρα οι λόγοι είναι διάφοροι και έχουν μικρή απήχηση. Για παράδειγμα η ειλικρίνεια από τους πολιτικούς (5%), η τιμωρία των ενόχων για την οικονομική κρίση (4%), αν δεν είχαν υποχρέωση να ψηφίσουν (4%), νέο κόμμα (3%), οριζόντια ψηφοφορία (3%), μείωση της ανεργίας (3%), όφελος από συγκεκριμένους υποψηφίους, κοντολογίς μέσο (2%), υποχρεωτική ψήφος (1%), αλλαγή στάσης συγκεκριμένου κόμματος (1%) και νέες ιδέες (1%).
«Ζημιώνει η Κύπρος από την ένταξη στην ΕΕ»
Η οικονομική κρίση, κυρίως τα διαδραματιζόμενα τον Μάρτιο του 2013 με το κούρεμα των καταθέσεων και η ισοπέδωση του τραπεζικού συστήματος, έχουν σαφώς και επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση των Κυπρίων έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης δεν θεωρεί πλέον ότι η χώρα μας έχει ωφεληθεί από την ένταξή μας στην Ε.Ε. Το 2006, μετά τον πρώτο ενθουσιασμό από την ένταξη, που έγινε ως γνωστό την Πρωτομαγιά του 2004 (μια εβδομάδα μετά το δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν), αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Διαφαίνεται μια αύξηση της αρνητικής προσέγγισης. Η θέση πως η ένταξή μας στην Ε.Ε. έχει ζημιώσει πολύ (9%) και έχει ζημιώσει λίγο(13%), που καταγραφόταν το 2006, το 2014 ανεβαίνει στο 29% και 17% αντίστοιχα, εκφράζοντας μια στροφή της κυπριακής κοινωνίας.
Το 2014, σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες (46%) θεωρούν ότι η Κύπρος έχει ζημιώσει λίγο ή πολύ από την ένταξή της στην Ε.Ε. Αυτή η αρνητική τάση είχε διαμορφωθεί ήδη από το 2012 με 38% να θεωρούν ότι η Κύπρος έχει ζημιώσει. Πριν το 2010 τα αντίστοιχα ποσοστά ουδέποτε ξεπέρασαν το 30%. Η χρονιά σταθμός, το 2010, ήταν και η απαρχή της μεγάλης κρίσης. Είναι σαφές πως η στάση των πολιτών συνδέεται με την κρίση και οι πολίτες λόγω και της στάσης των εταίρων μας στην Ε.Ε., φορτώνουν τα όσα βιώνουν σήμερα στο πεδίο της οικονομίας στην Ευρώπη. Πόσο αυτό είναι δίκαιο ή όχι; Η απάντηση δεν περιορίζεται σε ένα ναι ή ένα όχι. Το σίγουρο είναι πως εδραιώνεται μια αρνητική στάση, η οποία αυξάνεται λόγω και της έλλειψης ενημέρωσης.
Αυτοί που ψήφισαν στις ευρωεκλογές της περασμένης Κυριακής τοποθετούνται ως εξής: Έχει ζημιώσει πολύ η Κύπρος από την ένταξη 27%, έχει ζημιώσει λίγο 18%, έχει ωφεληθεί πολύ 16% και έχει ωφεληθεί λίγο 38%. Όσοι δεν ψήφισαν τοποθετούνται ως εξής: Δεν έχουμε ωφεληθεί καθόλου, δηλαδή έχουμε ζημιώσει πολύ 32%, έχουμε ωφεληθεί λίγο, έχουμε ζημιώσει λίγο 17%. Έχουμε ωφεληθεί πολύ 12%, έχουμε ωφεληθεί λίγο 37%.
Δημόσιοι, ημικρατικοί και συνταξιούχοι ψήφισαν
Η αποχή, όπως παρουσιάζεται στην έρευνα, είναι ελαφρώς πιο κάτω στη δημοσκόπηση, λόγω του ότι το δείγμα δεν συμπεριλαμβάνει Τουρκοκύπριους αλλά επίσης και φοιτητές και πολίτες που είναι στο εξωτερικό και δεν ψήφισαν, αλλά και πιθανώς και ένα ποσοστό αυτών που δεν ψήφισαν, και δεν λαμβάνουν μέρος στις δημοσκοπήσεις. Κινείται, ωστόσο, περίπου στα ίδια επίπεδα και αναδεικνύει το φαινόμενο της αποχής. Το 42% δήλωσε πως δεν ψήφισε και το 58% ότι ψήφισε. Το 60% των ανδρών ψήφισε και το 40% όχι, το 57% των γυναικών ψήφισε και το 43%. Ηλικιακά προκύπτει πως στις ηλικίες 18-39 χρόνων ψήφισε το ποσοστό 49% και το 51% όχι. Στις ηλικίες πάνω από 40 χρόνων ψήφισε το 63% και το 37% δεν ψήφισε. Περίπου άνδρες και γυναίκες συμπεριφέρθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο ως προς τη συμμετοχή τους στην κάλπη. Πόσοι ψήφισαν, δηλαδή και πόσοι απείχαν. Ηλικιακά η αποχή διαπιστώνεται μεγαλύτερη στους πιο νέους, μέχρι 40 ετών.
Σε ό,τι αφορά το επίπεδο μόρφωσης είναι σημαντικά πιο μεγάλη η αποχή στους πολίτες με ανώτερη μόρφωση. Είναι επίσης σημαντικό ότι το ρεκόρ συμμετοχής το έχουν εκτός από τους συνταξιούχους και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο και ημιδημόσιο τομέα, αλλά και οι άνεργοι. Το 66% των δημοσίων υπαλλήλων δηλώνει ότι έχει ψηφίσει και το 34% όχι. Το 72% συνταξιούχων έχει ψηφίσει και το 28%. Τούτο δείχνει μια συνέχεια στην παράδοση ενδεχομένως και της συνήθειας. Το σίγουρο είναι πως οι μεγαλύτερες ηλικίες έχουν εδραιωμένες απόψεις και δεν ταλαντεύονται τόσο όσο οι νεότεροι. Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα ψήφισαν σε ποσοστό 47%, οι άνεργοι 64% και φοιτητές/στρατιώτες/νοικοκυρές 49%.
Δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους
Οι Κύπριοι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους κι αυτό είναι αποτέλεσμα, ασφαλώς της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει τη χώρα. Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η ικανοποίηση από τη ζωή είναι στο πιο χαμηλό σημείο από το 1998 που παρακολουθεί αυτό τον δείκτη η RAI. Σχεδόν 1 στους 3 Κύπριους δηλώνουν καθόλου ή όχι και τόσο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους (31%). Σχεδόν διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με το 2011 και τριπλάσιο σε σχέση με τη δεκαετία του 2000. Το 1998 μόνο το 3% δήλωνε καθόλου ικανοποιημένος και το 20% όχι και τόσο ικανοποιημένος. Υπήρχε δε και περίοδος κατά την οποία ο δείκτης μειωνόταν με τους πολίτες να δηλώνουν στην πλειοψηφία τους αρκετά ικανοποιημένοι. Το 2014 το 18% δηλώνει αρκετά ικανοποιημένο, το 51% αρκετά, το 19% όχι και τόσο ικανοποιημένο και το 12% καθόλου.
Αυτή η τοποθέτηση, δηλαδή η έλλειψη ικανοποίησης από τη ζωή δεν έπαιξε, όπως φαίνεται, σημαντικό ρόλο στην απόφαση να ψηφίσουν οι πολίτες ή όχι. Τα ποσοστά τόσο σε αυτούς που προσήλθαν στις κάλπες και σε αυτά εκείνων που δεν πήγαν να ψηφίσουν κινούνται περίπου στα ίδια ποσοστά.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣΜέγεθος δείγματος: 818 άτομα
Κάλυψη: Παγκύπρια, αστικές και αγροτικές περιοχές, άντρες και γυναίκες 18 χρόνων και άνω
Μεθοδολογία: Τυχαία πολυσταδιακή στρωματοποιημένη δειγματοληψία
Μέθοδος συλλογικής στοιχείων: Τηλεφωνικές συνεντεύξεις από το τηλεφωνικό κέντρο της RAI Consultants
Συλλογή στοιχείων: 28-29 Μαΐου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου