TO ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ ΤΟΥ EBOLA
2500 νεκροί και 4000 θύματα. Χώρες που κλείνουν τα σύνορα τους.
Έχουμε μια πραγματική επιδημία λοιπόν όσον αφορά τη διάδοση του ιού Εbola σε περιοχές της Αφρικής;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έχουμε πανδημία, τουλάχιστον όχι ακόμη.
Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα είχαμε ασύλληπτες εικόνες παγκόσμιας φρίκης.
Αυτό που έχουμε όμως είναι μια πανδημία παγκόσμιας απληστίας και αμέλειας.
Παρότι πλησιάζουμε τις τέσσερις δεκαετίες από την ανακάλυψη του ιού του 1976, δεν υπάρχει κάποια διαθέσιμη μέθοδος αντιμετώπισής του.
Και ο βασικότερος λόγος παρουσιάζεται να είναι οικονομικός:
Τη δεκαετία του 1980 και έπειτα, το χρυσορυχείο των επιδημιών ήταν το AIDS. Ειδικοί από διάφορα πεδία συνέρευσαν εκεί για να πάρουν ένα κομμάτι της μεγάλης χρηματοδοτικά πίτας του.
Ακόμη και o άνθρωπος που ανακάλυψε τον ιό Ebola, o Peter Piot, δεν έμεινε φυσικά στη χρηματοδοτική φτωχογειτονιά του Ebola αλλά έγινε καπετάνιος στις εκστρατείες του ΟΗΕ κατά του AIDS, όπου και σύμφωνα με κατοπινά δημοσιεύματα και εκτιμήσεις, μεγέθυνε τα στοιχεία και τις προβλέψεις, αυξάνοντας εκβιαστικά τη χρηματοδότηση κατά του AIDS.
Η εμπορική επιτυχία του AIDS και οι κακές μα επικερδείς πρακτικές που εφαρμόστηκαν στην περίπτωση του, άνοιξαν το δρόμο για αυτό που χαρακτηρίστηκε ως «η αναγέννηση των εμβολίων» στη νέα χιλιετία.
Το πρώτο success story ήταν τα εμβόλια κατά του HPV και η εμπορική του επιτυχία οφειλόταν στην ευρεία ομάδα στόχευσής του, τα ανήλικα κοριτσάκια του ανθρωπίνου είδους, ενώ σταδιακά επιδιώχθηκε να επεκταθεί και στα ανήλικα αγοράκια του ίδιου είδους.
Η πρακτική του μαζικού εμβολιασμού και της δημιουργίας μιας διευρυμένης αγοράς εμβολίων, μιας αγοράς φαρμακευτικών προϊόντων για υγιείς, έφθασε σε νέα εμπορικά υψηλά και επιστημονικά και ηθικά χαμηλά με την επιχείρηση μαζικού εμβολιασμού της γρίπης των χοίρων, μια επιχείρηση στην οποία μετείχαν κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμοί και φαρμακευτικοί κολοσσοί.
Το νομοθετικό της πλαίσιο είχε ήδη αρχίσει να προετοιμάζεται στις ΗΠΑ από το 2001, ενώ η ίδια η επιχείρηση είχε προαναγγελθεί με το φιάσκο της γρίπης των πουλερικών που αποτέλεσε το πιλοτικό πρόγραμμα για ότι ακολούθησε.
Με τη γρίπη των χοίρων, μπαίνουμε όχι μόνο σε μια νέα εποχή όσον αφορά τον εμπορικό στόχο των εμβολίων αλλά και σε μια εποχή όπου νομιμοποιείται η κατάργηση του σχολαστικού καθεστώτος των κλινικών δοκιμών με την επίκληση του κατ’ επείγοντος.
Όπως και στην περίπτωση της γρίπης των χοίρων, έτσι και στην έξαρση του Ebola σήμερα, τα εμβόλια αναπτύσσονται με διαδικασίες Fast Track.
Και εκεί τελειώνουν οι ομοιότητες με την αντιμετώπιση του Ebola και της γρίπης των χοίρων: Γιατί ενώ η γρίπη των χοίρων ήταν ένα στιγμιότυπο με έντονη εμπορική στόχευση που κάποιοι κακοπροαίρετοι θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν ως «αρπαχτή», ο εδώ και δεκαετίες γνωστός μας Εbola δεν κρίθηκε πως είχε εμπορικό ενδιαφέρον και έτσι για δεκαετίες η έρευνα του παρέμεινε υποχρηματοδοτούμενη και παραγκωνισμένη.
Οι μαρτυρίες των ειδικών είναι αποκαλυπτικές: «Δεν είναι οικονομικά βιώσιμο για οποιαδήποτε εταιρία να κάνει αυτό το είδος της έρευνας γιατί οι εταιρίες έχουν να σκεφτούν τους μετόχους τους» δηλώνει ευθαρσώς ο Βρετανός ιολόγος Ben Neuman ενώ ο Γερμανός ερευνητής Matthias Schnell το λέει ακόμη πιο πεζά «στο τέλος, όλα καταλήγουν στα λεφτά… θα ήταν σπουδαίο αν μια μεγάλη εταιρία αναμειγνυόταν στην παραγωγή ενός τέτοιου εμβολίου αλλά οι μεγάλες φαρμακευτικές ενδιαφέρονται μόνο για να βγάλουν εκατομμύρια σε κέρδη».
Στις σημερινές συνθήκες, η χρηματοδότηση είναι η κινητήριος δύναμη που καθορίζει την κατεύθυνση και τα αποτελέσματα της έρευνας. Όταν η χρηματοδοτική στρόφιγγα κλείνει ή στενεύει, ερευνητικά πεδία μπορεί να στραγγαλιστούν, ακόμη και να νεκρώσουν ενώ η υπερχρηματοδότηση μπορεί να παράγει ποικίλων ειδών στρεβλώσεις
Και ενώ στο AIDS, τον HPV και τις γρίπες των χοίρων είχαμε «υπερχρηματοδότηση» που συνδέθηκε με άλλοτε οικονομικά, άλλοτε πολιτικά και άλλοτε επιστημονικά σκάνδαλα και με σκόπιμη υπερδιόγκωση άλλοτε των δεδομένων, άλλοτε των κινδύνων και πάντα των ομάδων στόχευσης ώστε να έρθουν μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη όχι μόνο για τις εταιρίες αλλά και για οργανισμούς και ερευνητές, στην περίπτωση του Ebola είχαμε ακριβώς το αντίθετο: υποχρηματοδότηση και παραδειγματική αδιαφορία:
Την προηγούμενη δεκαετία, ο Αυστραλός νομπελίστας Peter Doherty συμμετείχε σε μια ελπιδοφόρα κλινική δοκιμή για την ανάπτυξη εμβολίου για τον Ebola. Η δοκιμή τερμάτισε στη φάση Ι και αυτό για λόγους οικονομικούς και όχι επιστημονικούς: «Ήταν επιστημονικά δυνατό, στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν οικονομικά δυνατό… αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα γιατί εκτός και αν υπάρχει κέρδος σε ένα προϊόν, υπάρχει μεγάλο θέμα με το πώς προχωράς πχ σε νέα αντιβιωτικά ή σε νέα θεραπευτικά σχήματα»
Τις τελευταίες δεκαετίες, η εταιρική κουλτούρα έχει μεταλλαχτεί σημαντικά και η μόνη «κοινωνική ευθύνη» των εταιριών είναι να φέρνουν κέρδη στους μετόχους τους.
Αυτή η κουλτούρα είναι εξόχως καταστροφική ιδιαίτερα στη δημόσια υγεία όπου γνώμονας όφειλε να είναι το δημόσιο καλό και όχι το ιδιωτικό συμφέρον.
Η κουλτούρα του κέρδους έχει ερημώσει κρίσιμα ερευνητικά πεδία τα οποία υποχρηματοδοτούνται ενώ έχει διαστρέψει άλλα που υπερχρηματοδοτούνται.
Τις συνέπειες αυτής της κουλτούρας τις βλέπουμε ξεκάθαρα και στο καθεστώς των κλινικών δοκιμών: Σουηδική μελέτη κατέδειξε πως όταν οι ερευνητές χρηματοδοτούνται από τις φαρμακευτικές, οι δοκιμές τους φαρμάκων βγάζουν 3 με 4 φορές πιο συχνά θετικά αποτελέσματα για το υπό δοκιμή φάρμακο από ότι όταν χρηματοδοτούνται από το κράτος,
Και όλα αυτά σε ένα καθεστώς δοκιμών που έχει και δομικά προβλήματα όπως περιγράφω στο βιβλίο μου «Τι δεν σας λένε οι Γιατροί»
Αυτά τα τεράστια ζητήματα για την αξιοπιστία των κλινικών δοκιμών μόνο να μεγεθυνθούν μπορούν από την εξαίρεση της Fast Track ανάπτυξης φαρμάκων και εμβολίων που φιλοδοξεί τα τελευταία χρόνια να γίνει κανόνας.
Οι εταιρίες προτιμούν τις «σέξι» ασθένειες γι αυτό και άλλωστε συχνά υπερεκμεταλλεύονται νόσους που ορθώς ή λάθος σχετίζονται με το σεξ για ένα και μόνο λόγο: γιατί πουλάνε. Και πλέον πουλάνε όχι μόνο σε ασθενείς αλλά η κουλτούρα του κέρδους προχωρά όλο και περισσότερο με την διεύρυνση του αγοραστικού κοινού φτιάχνοντας φάρμακα και εμβόλια για υγιείς…
Ήμουν από τους λίγους ερευνητές που αντιστάθηκα στην προπαγάνδα και στην πρακτική του ψεύτη βοσκού όσον αφορά τη γρίπη των πουλερικών και προειδοποίησα για ένα περισσότερο επιτυχημένο sequel της. Πόροι και ανθρώπινο δυναμικό κατασπαταλήθηκαν και χρόνος χάθηκε για την αντιμετώπιση «φανταστικών» εχθρών σε μια εγκληματική συνέργεια των φαρμακευτικών, των παγκόσμιων οργανισμών των κυβερνήσεων και κάποιων ερευνητών.
Το κίνητρο τους ήταν ένα: Το κέρδος.
Την ίδια στιγμή, πραγματικοί κίνδυνοι δημόσιας υγείας έμειναν αδιερεύνητοι.
Το τωρινό ξέσπασμα του Ebola ίσως να μη δώσει μια πανδημία. Και αυτό θα είναι εν μέρει και θέμα τύχης. Μας δίνει όμως μια εικόνα, μια πρόγευση για το τι πρόκειται να συμβεί αν κάποιος πραγματικός κίνδυνος υγείας προκαλέσει πανδημία. Ελπίζω και εύχομαι να μην ξεμείνουμε από τύχη, γιατί είναι προφανές ότι έχουμε ξεμείνει από σύνεση.
Έχουμε μια πραγματική επιδημία λοιπόν όσον αφορά τη διάδοση του ιού Εbola σε περιοχές της Αφρικής;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έχουμε πανδημία, τουλάχιστον όχι ακόμη.
Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα είχαμε ασύλληπτες εικόνες παγκόσμιας φρίκης.
Αυτό που έχουμε όμως είναι μια πανδημία παγκόσμιας απληστίας και αμέλειας.
Παρότι πλησιάζουμε τις τέσσερις δεκαετίες από την ανακάλυψη του ιού του 1976, δεν υπάρχει κάποια διαθέσιμη μέθοδος αντιμετώπισής του.
Και ο βασικότερος λόγος παρουσιάζεται να είναι οικονομικός:
Τη δεκαετία του 1980 και έπειτα, το χρυσορυχείο των επιδημιών ήταν το AIDS. Ειδικοί από διάφορα πεδία συνέρευσαν εκεί για να πάρουν ένα κομμάτι της μεγάλης χρηματοδοτικά πίτας του.
Ακόμη και o άνθρωπος που ανακάλυψε τον ιό Ebola, o Peter Piot, δεν έμεινε φυσικά στη χρηματοδοτική φτωχογειτονιά του Ebola αλλά έγινε καπετάνιος στις εκστρατείες του ΟΗΕ κατά του AIDS, όπου και σύμφωνα με κατοπινά δημοσιεύματα και εκτιμήσεις, μεγέθυνε τα στοιχεία και τις προβλέψεις, αυξάνοντας εκβιαστικά τη χρηματοδότηση κατά του AIDS.
Η εμπορική επιτυχία του AIDS και οι κακές μα επικερδείς πρακτικές που εφαρμόστηκαν στην περίπτωση του, άνοιξαν το δρόμο για αυτό που χαρακτηρίστηκε ως «η αναγέννηση των εμβολίων» στη νέα χιλιετία.
Το πρώτο success story ήταν τα εμβόλια κατά του HPV και η εμπορική του επιτυχία οφειλόταν στην ευρεία ομάδα στόχευσής του, τα ανήλικα κοριτσάκια του ανθρωπίνου είδους, ενώ σταδιακά επιδιώχθηκε να επεκταθεί και στα ανήλικα αγοράκια του ίδιου είδους.
Η πρακτική του μαζικού εμβολιασμού και της δημιουργίας μιας διευρυμένης αγοράς εμβολίων, μιας αγοράς φαρμακευτικών προϊόντων για υγιείς, έφθασε σε νέα εμπορικά υψηλά και επιστημονικά και ηθικά χαμηλά με την επιχείρηση μαζικού εμβολιασμού της γρίπης των χοίρων, μια επιχείρηση στην οποία μετείχαν κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμοί και φαρμακευτικοί κολοσσοί.
Το νομοθετικό της πλαίσιο είχε ήδη αρχίσει να προετοιμάζεται στις ΗΠΑ από το 2001, ενώ η ίδια η επιχείρηση είχε προαναγγελθεί με το φιάσκο της γρίπης των πουλερικών που αποτέλεσε το πιλοτικό πρόγραμμα για ότι ακολούθησε.
Με τη γρίπη των χοίρων, μπαίνουμε όχι μόνο σε μια νέα εποχή όσον αφορά τον εμπορικό στόχο των εμβολίων αλλά και σε μια εποχή όπου νομιμοποιείται η κατάργηση του σχολαστικού καθεστώτος των κλινικών δοκιμών με την επίκληση του κατ’ επείγοντος.
Όπως και στην περίπτωση της γρίπης των χοίρων, έτσι και στην έξαρση του Ebola σήμερα, τα εμβόλια αναπτύσσονται με διαδικασίες Fast Track.
Και εκεί τελειώνουν οι ομοιότητες με την αντιμετώπιση του Ebola και της γρίπης των χοίρων: Γιατί ενώ η γρίπη των χοίρων ήταν ένα στιγμιότυπο με έντονη εμπορική στόχευση που κάποιοι κακοπροαίρετοι θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν ως «αρπαχτή», ο εδώ και δεκαετίες γνωστός μας Εbola δεν κρίθηκε πως είχε εμπορικό ενδιαφέρον και έτσι για δεκαετίες η έρευνα του παρέμεινε υποχρηματοδοτούμενη και παραγκωνισμένη.
Οι μαρτυρίες των ειδικών είναι αποκαλυπτικές: «Δεν είναι οικονομικά βιώσιμο για οποιαδήποτε εταιρία να κάνει αυτό το είδος της έρευνας γιατί οι εταιρίες έχουν να σκεφτούν τους μετόχους τους» δηλώνει ευθαρσώς ο Βρετανός ιολόγος Ben Neuman ενώ ο Γερμανός ερευνητής Matthias Schnell το λέει ακόμη πιο πεζά «στο τέλος, όλα καταλήγουν στα λεφτά… θα ήταν σπουδαίο αν μια μεγάλη εταιρία αναμειγνυόταν στην παραγωγή ενός τέτοιου εμβολίου αλλά οι μεγάλες φαρμακευτικές ενδιαφέρονται μόνο για να βγάλουν εκατομμύρια σε κέρδη».
Στις σημερινές συνθήκες, η χρηματοδότηση είναι η κινητήριος δύναμη που καθορίζει την κατεύθυνση και τα αποτελέσματα της έρευνας. Όταν η χρηματοδοτική στρόφιγγα κλείνει ή στενεύει, ερευνητικά πεδία μπορεί να στραγγαλιστούν, ακόμη και να νεκρώσουν ενώ η υπερχρηματοδότηση μπορεί να παράγει ποικίλων ειδών στρεβλώσεις
Και ενώ στο AIDS, τον HPV και τις γρίπες των χοίρων είχαμε «υπερχρηματοδότηση» που συνδέθηκε με άλλοτε οικονομικά, άλλοτε πολιτικά και άλλοτε επιστημονικά σκάνδαλα και με σκόπιμη υπερδιόγκωση άλλοτε των δεδομένων, άλλοτε των κινδύνων και πάντα των ομάδων στόχευσης ώστε να έρθουν μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη όχι μόνο για τις εταιρίες αλλά και για οργανισμούς και ερευνητές, στην περίπτωση του Ebola είχαμε ακριβώς το αντίθετο: υποχρηματοδότηση και παραδειγματική αδιαφορία:
Την προηγούμενη δεκαετία, ο Αυστραλός νομπελίστας Peter Doherty συμμετείχε σε μια ελπιδοφόρα κλινική δοκιμή για την ανάπτυξη εμβολίου για τον Ebola. Η δοκιμή τερμάτισε στη φάση Ι και αυτό για λόγους οικονομικούς και όχι επιστημονικούς: «Ήταν επιστημονικά δυνατό, στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν οικονομικά δυνατό… αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα γιατί εκτός και αν υπάρχει κέρδος σε ένα προϊόν, υπάρχει μεγάλο θέμα με το πώς προχωράς πχ σε νέα αντιβιωτικά ή σε νέα θεραπευτικά σχήματα»
Τις τελευταίες δεκαετίες, η εταιρική κουλτούρα έχει μεταλλαχτεί σημαντικά και η μόνη «κοινωνική ευθύνη» των εταιριών είναι να φέρνουν κέρδη στους μετόχους τους.
Αυτή η κουλτούρα είναι εξόχως καταστροφική ιδιαίτερα στη δημόσια υγεία όπου γνώμονας όφειλε να είναι το δημόσιο καλό και όχι το ιδιωτικό συμφέρον.
Η κουλτούρα του κέρδους έχει ερημώσει κρίσιμα ερευνητικά πεδία τα οποία υποχρηματοδοτούνται ενώ έχει διαστρέψει άλλα που υπερχρηματοδοτούνται.
Τις συνέπειες αυτής της κουλτούρας τις βλέπουμε ξεκάθαρα και στο καθεστώς των κλινικών δοκιμών: Σουηδική μελέτη κατέδειξε πως όταν οι ερευνητές χρηματοδοτούνται από τις φαρμακευτικές, οι δοκιμές τους φαρμάκων βγάζουν 3 με 4 φορές πιο συχνά θετικά αποτελέσματα για το υπό δοκιμή φάρμακο από ότι όταν χρηματοδοτούνται από το κράτος,
Και όλα αυτά σε ένα καθεστώς δοκιμών που έχει και δομικά προβλήματα όπως περιγράφω στο βιβλίο μου «Τι δεν σας λένε οι Γιατροί»
Αυτά τα τεράστια ζητήματα για την αξιοπιστία των κλινικών δοκιμών μόνο να μεγεθυνθούν μπορούν από την εξαίρεση της Fast Track ανάπτυξης φαρμάκων και εμβολίων που φιλοδοξεί τα τελευταία χρόνια να γίνει κανόνας.
Οι εταιρίες προτιμούν τις «σέξι» ασθένειες γι αυτό και άλλωστε συχνά υπερεκμεταλλεύονται νόσους που ορθώς ή λάθος σχετίζονται με το σεξ για ένα και μόνο λόγο: γιατί πουλάνε. Και πλέον πουλάνε όχι μόνο σε ασθενείς αλλά η κουλτούρα του κέρδους προχωρά όλο και περισσότερο με την διεύρυνση του αγοραστικού κοινού φτιάχνοντας φάρμακα και εμβόλια για υγιείς…
Ήμουν από τους λίγους ερευνητές που αντιστάθηκα στην προπαγάνδα και στην πρακτική του ψεύτη βοσκού όσον αφορά τη γρίπη των πουλερικών και προειδοποίησα για ένα περισσότερο επιτυχημένο sequel της. Πόροι και ανθρώπινο δυναμικό κατασπαταλήθηκαν και χρόνος χάθηκε για την αντιμετώπιση «φανταστικών» εχθρών σε μια εγκληματική συνέργεια των φαρμακευτικών, των παγκόσμιων οργανισμών των κυβερνήσεων και κάποιων ερευνητών.
Το κίνητρο τους ήταν ένα: Το κέρδος.
Την ίδια στιγμή, πραγματικοί κίνδυνοι δημόσιας υγείας έμειναν αδιερεύνητοι.
Το τωρινό ξέσπασμα του Ebola ίσως να μη δώσει μια πανδημία. Και αυτό θα είναι εν μέρει και θέμα τύχης. Μας δίνει όμως μια εικόνα, μια πρόγευση για το τι πρόκειται να συμβεί αν κάποιος πραγματικός κίνδυνος υγείας προκαλέσει πανδημία. Ελπίζω και εύχομαι να μην ξεμείνουμε από τύχη, γιατί είναι προφανές ότι έχουμε ξεμείνει από σύνεση.
Πέτρος Αργυρίου, 18-9-2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου