Του Ανδρέα Θεοφάνους
Για χρόνια τώρα η παραδοσιακή θέση Κύπρου και Ελλάδας ήταν και είναι ότι το Κυπριακό καθώς και οι ελληνοτουρκικές διαφορές ήταν δυνατό να επιλυθούν στα πλαίσια της ΕΕ.
Η συμβατική φιλοσοφία από τη δεκαετία του 1990 ήταν ότι οι ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Τουρκίας μπορούσαν να προωθηθούν με παράλληλη λύση του Κυπριακού και των ελληνοτουρκικών ζητημάτων.
Όμως οι θέσεις αυτές είναι υπεραπλουστευμένες. Ανεξάρτητα από το Κυπριακό και τις ελληνοτουρκικές διαφορές, τα ζητήματα στις σχέσεις ΕΕ και Τουρκίας είναι βαθύτερα και πολυπλοκότερα. Μεταξύ άλλων, υπάρχει το θέμα της ταυτότητας καθώς και το χάσμα στο αξιακό σύστημα των δύο πλευρών και κοινωνιών. Επιπρόσθετα, είναι αδύνατο για την ΕΕ να εντάξει στους κόλπους της την Τουρκία και να μην διαφοροποιηθεί η ίδια δραστικά. Kαι είναι αμφίβολο κατά πόσον η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών θα επιθυμούσαν μια τέτοια εξέλιξη.
Οι εμπειρίες των προηγούμενων χρόνων έπρεπε να είχαν αξιολογηθεί από το πολιτικό σύστημα της Κύπρου ούτως ώστε να επικαιροποιηθούν οι θέσεις τόσο σε επίπεδο στρατηγικής όσο και τακτικής. Πολλές φορές όταν η Τουρκία ήταν αντιμέτωπη με ημερομηνίες κλειδιά για εκπλήρωση των υποχρεώσεων της έναντι της Ένωσης και της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι πιέσεις στρέφονταν προς τη Λευκωσία και όχι προς την Άγκυρα.
Υπενθυμίζεται, για παράδειγμα, ακόμα και όταν η Τουρκία πήρε ημερομηνία για έναρξη ενταξιακών συνομιλιών τον Δεκέμβριο του 2004 δεν υλοποίησε τον Οκτώβριο του 2005 έστω και τις ελάχιστες υποχρεώσεις που είχε αναλάβει. Εν ολίγοις η Άγκυρα δεν εκπλήρωσε ποτέ τη δέσμευσή της για εφαρμογή των υποχρεώσεων της που απορρέουν από το Πρωτόκολλο της Άγκυρας για τελωνειακή ένωση με όλες τις χώρες της ΕΕ. Τότε, αρχές Οκτωβρίου του 2005, ήταν η Γαλλία που έθεσε θέμα. Η Λευκωσία τελικά, μετά από παραινέσεις Αθηνών και Λονδίνου, ανέχθηκε την κατάσταση αυτή.
Στη σημερινή γεωπολιτική συγκυρία και πάλι ενώ υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ αναθερμαίνεται η ενταξιακή προοπτική πορείας της Άγκυρας. Το ζητούμενο σε αυτή τη συγκυρία είναι η συμβολή της Τουρκίας αφ’ ενός στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και αφ’ ετέρου στη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής. Η ΕΕ αγνοεί τα δημοκρατικά ελλείμματα της Τουρκίας καθώς και τον αυταρχισμό της ηγεσίας της και την επιβραβεύει ποικιλοτρόπως με οικονομική στήριξη καθώς και με προσπάθειες ανοίγματος ενταξιακών κεφαλαίων χωρίς την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της. Από την άλλη η Ελλάδα, που είναι σε μεγάλη κρίση, αντιμετωπίζει ένα τεράστιο προσφυγικό και μεταναστευτικό πρόβλημα χωρίς την απαιτούμενη στήριξη από τους εταίρους.
Το κυπριακό πολιτικό σύστημα όμως φαίνεται να μην μπορεί να ξεφύγει από τα τετριμμένα με αποτέλεσμα να επαναλαμβάνονται θέσεις οι οποίες εκ των πραγμάτων είναι λανθασμένες ή/και ξεπερασμένες. Η κυπριακή κυβέρνηση συντηρεί ψηλά τον πήχη των προσδοκιών από την ΕΕ σε όλα τα επίπεδα χωρίς η ίδια να έχει ένα διεκδικητικό και πειστικό λόγο. Για το Κυπριακό ακούμε συχνά τη σημασία του ευρωπαϊκού αξιακού συστήματος και του κοινοτικού κεκτημένου. Επισημαίνεται όμως ότι η προσκόλληση στη θέση για εφαρμογή του κεκτημένου χωρίς παρεκκλίσεις είναι λανθασμένη. Για παράδειγμα, στην περίπτωση ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και επίλυσης του Κυπριακού θα υπάρχει αυτή η προσκόλληση για πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου; Και θα μπορούν να έλθουν στην Κύπρο όσοι Τούρκοι πολίτες επιθυμούν να εγκατασταθούν; Σημειώνεται ότι η Μάλτα λόγω του μικρού μεγέθους γεωγραφικά και πληθυσμιακά είχε ζητήσει και εξασφαλίσει παρεκκλίσεις. Και τούτο παρά το γεγονός ότι η Μάλτα δεν αντιμετωπίζει υπαρξιακά ζητήματα όπως η Κύπρος.
Ενώ με κάθε ευκαιρία η Τουρκία καταθέτει ξεκάθαρα τις θέσεις της για το Κυπριακό, η Κυπριακή Δημοκρατία ακολουθεί ασθμαίνοντας χωρίς αφηγηματική επεξήγηση και χωρίς οδικό χάρτη. Η Άγκυρα προωθεί μια νέα κατάσταση πραγμάτων στη βάση ενός πολιτεύματος με στοιχεία χαλαρής ομοσπονδίας και συνομοσπονδίας και παραμερισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου Πρωθυπουργού Α. Νταβούτογλου στα κατεχόμενα και οι δηλώσεις του αφ’ ενός και η χλιαρή στάση της κυπριακής κυβέρνησης αφ’ ετέρου αντικατοπτρίζουν μια ζοφερή κατάσταση.
Καταλήγοντας τονίζεται η ανάγκη για επαναξιολόγηση της θέσης Αθηνών και Λευκωσίας ότι η ένταξη της Τουρκίας εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα Κύπρου και Ελλάδας. Λαμβάνοντας όλα τα δεδομένα υπ’ όψιν είναι πιο πραγματιστικό να διερευνηθεί η προοπτική μιας ειδικής σχέσης ΕΕ και Τουρκίας. Στα πλαίσια αυτά Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να θέσουν ξεκάθαρα τους δικούς τους στόχους και ταυτόχρονα να διερευνήσουν τις προοπτικές από μια ουσιαστική αναβάθμιση των σχέσεων τους με τη Ρωσία. Στα πλαίσια αυτά είναι καθοριστικής σημασίας όπως η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα αποκαταστήσουν την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα τους.
Ένα τέτοιο πλέγμα σχέσεων και δεδομένων είναι δυνατόν να συμβάλει και στην ομαλοποίηση των σχέσεων με την Τουρκία στη βάση του αλληλοσεβασμού και στις αρχές της καλής γειτονιάς.
2015-12-03
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου