<<ΠΩΛΗΣΗ ΠΑΚΕΤΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ>>
Πώληση δανείων μόνο σε εγγεγραμμένες στη Δημοκρατία εταιρείες, αλλά και σε θυγατρικές πιστωτικών ιδρυμάτων άλλων κρατών – μελών της ΕΕ, εξουσία στην Κεντρική Τράπεζα να παρεμβαίνει στο ρυθμό διάθεσης ακινήτων όταν κρίνει ότι επηρεάζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αλλά και λεπτομερειακό έλεγχο των φυσικών και νομικών προσώπων που «κρύβονται» πίσω από τις εταιρείες αγοράς δανείων, προνοεί το προκαταρκτικό νομοσχέδιο που ετοίμασε η ΚΤΚ.
Παράλληλα, η Κεντρική Τράπεζα ετοίμασε και ένα δεύτερο προκαταρκτικό νομοσχέδιο για την τιτλοποίηση δανείων.
Τα δύο νομοσχέδια, τα οποία εξασφάλισε και αποκαλύπτει το ΚΥΠΕ, συζητούνται στην επιχειρησιακή ομάδα που συστάθηκε υπό την ΚΤΚ, με τη συμμετοχή εκπροσώπων των εμπορικών τραπεζών, του Συνδέσμου Τραπεζών, του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου (ΣΕΛΚ), του Δικηγορικού Συλλόγου και του Συνδέσμου Δανειοληπτών.
Μεταξύ άλλων, εξετάζονται τα εμπόδια για τη μεταφορά ατομικών δανείων ή δανειακών χαρτοφυλακίων, σε τρίτα μέρη, που τυχόν να προκύπτουν από τις δανειακές συμβάσεις, τις συμβάσεις εξασφαλίσεων και τις ισχύουσες νομοθεσίες.
Υπενθυμίζεται πως η έγκριση των δύο νομοσχεδίων από το Υπουργικό Συμβούλιο μέχρι τα τέλη Ιουνίου τέθηκε ως προαπαιτούμενο (prior action) από την Τρόικα. Με βάση το πέμπτο επικαιροποιημένο μνημόνιο, οι κυπριακές Αρχές θα πρέπει να άρουν τα όποια κωλύματα στη μεταφορά δανείων σε τρίτους, ενώ δεν θα πρέπει απαιτείται η συγκατάβαση του δανειολήπτη, κάτι που ισχύει σήμερα.
Ο νόμος για τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων εταιρειών
Ο Περί Ρύθμισης των δραστηριοτήτων εταιρειών απόκτησης πιστωτικών διευκολύνσεων νόμος επιτρέπει μόνο σε εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες στην Κύπρο, τράπεζες και τράπεζες με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ με θυγατρικές στην Κύπρο να αποκτούν πιστωτικές διευκολύνσεις από πιστωτικά ιδρύματα.
Με βάση το νόμο, όλα τα δάνεια, εξυπηρετούμενα και μη, θα μπορούν να πωλούνται, καθώς οι πιστωτικές διευκολύνσεις ορίζονται ως «οι πιστωτικές διευκολύνσεις που παραχωρούνται σε δανειολήπτες, οι οποίες εμπίπτουν στον Κώδικα Δεοντολογίας, που είναι συνημμένος στην Οδηγία Περί Διαχείρισης Καθυστερήσεων του 2015, που εξέδωσε ΚΤΚ».
Ειδικότερα, οι εταιρείες πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Η εταιρεία, (π.χ. ένα επενδυτικό ταμείο εγγεγραμμένο στην Κύπρο ή με θυγατρική εταιρεία στην Κύπρο), πρέπει να είναι εγγεγραμμένη στην Κυπριακή Δημοκρατία και στην οποία θα πρέπει να έχει εκδοθεί αδειοδότηση από την ΚΤΚ, ενώ σύμφωνα με τη νομοθεσία σε απόκτηση δανείων μπορεί να προχωρήσει και ένα αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα.
Σε απόκτηση δανείων μπορεί να προχωρήσει και ένα χρηματοοικονομικό ίδρυμα, που είναι θυγατρική εταιρεία ενός πιστωτικού ιδρύματος, που είναι εγγεγραμμένο σε άλλο κράτος – μέλος της ΕΕ και λειτουργεί στην Κύπρο μέσω υποκαταστήματος, σύμφωνα με τον περί εργασιών πιστωτικών ιδρυμάτων νόμο.
Οι προϋποθέσεις για την αδειοδότηση
Με βάση το νόμο, μια εταιρεία που προτίθεται να εμπλακεί στην αγορά δανείων και θα υποβάλει αίτηση για αδειοδότηση, θα πρέπει να καταθέσει ιδρυτικό και καταστατικό έγγραφο, την ταυτότητα των μετόχων της (είτε άμεσοι είτε έμμεσοι), τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που κατέχουν σημαντικό μερίδιο του μετοχικού κεφαλαίου, ή αν δεν υπάρχει κάτοχος σημαντικού μεριδίου, την ταυτότητα των 20 μεγαλύτερων μετόχων.
Ζητείται, επίσης, η ταυτότητα των διευθυντών της εταιρείας, και εξακρίβωση της καταλληλότητας και της επάρκειάς τους, η οργανική δομή της εταιρείας και το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων της.
Η ΚΤΚ παραχωρεί άδεια αν ικανοποιηθεί ότι η εταιρεία μπορεί να συμμορφώνεται με τις πρόνοιες του νόμου, οι μέτοχοι και οι διευθυντές της εταιρείας έχουν «καλή φήμη, επαρκή γνώση, ικανότητες και εμπειρογνωμοσύνη για να διεξάγουν τις αρμοδιότητές τους» και εφόσον διαπιστωθεί ότι πληρούν τα κριτήρια καταλληλότητας και επάρκειας».
Σημαντικές είναι οι προϋποθέσεις, με βάση τις οποίες η ΚΤΚ πρέπει να ικανοποιηθεί ότι «το πρόγραμμα δραστηριοτήτων της εταιρείας δεν εγείρει ερωτηματικά για την πιθανότητα πρόκλησης της όποιας αρνητικής επίδρασης στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στη Δημοκρατία» και «δεν υπάρχουν στενοί σύνδεσμοι, λόγω επαγγελματικών σχέσεων μεταξύ της αιτήτριας εταιρείας και των οποιωνδήποτε άλλων, φυσικών ή νομικών προσώπων, που κατά τη γνώμη της ΚΤΚ δύναται να την εμποδίσουν από την αποτελεσματική άσκηση του εποπτικού της ρόλου».
Επίσης, υπάρχουν πρόνοιες που διέπουν τη διαδικασία με βάση την οποία ένα πρόσωπο μπορεί να αυξήσει τη συμμετοχή του σε μια εταιρεία απόκτησης δανείων.
Εξάλλου, η ΚΤΚ θα διατηρεί στην ιστοσελίδα της πλήρως επικαιροποιημένο κατάλογο των εταιρειών απόκτησης πιστωτικών διευκολύνσεων.
Η ΚΤΚ μπορεί να τερματίσει την άδεια που παραχωρήθηκε σε μια εταιρεία όταν παραβιάζεται ο εν λόγω νόμος, όταν υπάρχει υπόνοια για μια κατ' ισχυρισμόν παραβίαση του νόμου ή των οδηγιών της ΚΤΚ ή τους όρους αδειοδότησης.
Ένα πιστωτικό ίδρυμα ή μια εταιρεία απόκτησης πιστωτικών διευκολύνσεων που αποφασίσει να πωλήσει ή να διαθέσει ολόκληρο ή μέρος του δανειακού της χαρτοφυλακίου ενημερώνει τους επηρεαζόμενους δανειολήπτες τουλάχιστον ένα μήνα πριν.
Κατά την ημέρα της μεταβίβασης του δανείου μεταφέρονται και όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που προκύπτουν από την δανειακή σύμβαση και συνεχίζουν να ισχύουν μεταξύ του δανειολήπτη και της εταιρείας που απέκτησε το δάνειο.
«Ο αγοραστής υποκαθιστά τον πωλητή σε σχέση με όλα τα δικαιώματα που σχετίζονται με την ενυπόθηκη εξασφάλιση που συνδέεται με τη δανειακή σύμβαση που διακρατείται για εξασφάλιση της αποπληρωμής του δανείου και η εξασφάλιση αυτή θα διακρατείται από τον αγοραστή μόνο για τον ίδιο σκοπό».
Παράλληλα, η εταιρεία που αποκτά την εξασφάλιση έχει τα ίδια δικαιώματα και ιεράρχηση (σε περίπτωση διπλής υποθήκης) και υπόκειται στις ίδιες υποχρεώσεις σε σχέση με τις δανειακές συμβάσεις και τις συνδεδεμένες εξασφαλίσεις.
Η μεταφορά δανείων και των εξασφαλίσεών τους δεν υπόκεινται σε φορολογίες, τέλη ή επιβαρύνσεις και άλλα έξοδα, ενώ η κάθε εταιρεία που αποκτά ένα δάνειο θα πρέπει να ενημερώσει τον επηρεαζόμενο δανειολήπτη σε περίοδο πέντε εργάσιμων ημερών από την απόκτηση του δανείου. Η εταιρεία που αποκτά ένα δάνειο ενημερώνει και τους εγγυητές.
Με βάση το τρίτο μέρος του νόμου (εποπτικές απαιτήσεις και αρμοδιότητες), η ΚΤΚ, όταν διαπιστώνει ότι χρηματοπιστωτική σταθερότητα επηρεάζεται, «διαθέτει την εξουσία να παρέμβει στο ρυθμό πωλήσεων ακίνητης ιδιοκτησίας, εκδίδοντας γενικές ή ειδικές οδηγίες ή κατευθυντήριες γραμμές».
Κάθε εταιρεία πρέπει να διαθέτει πληρωμένο μετοχικό κεφάλαιο ύψους €1 εκατομμυρίου τουλάχιστον, το οποίο μπορεί να μειωθεί μόνο σε περίπτωση ρευστοποίησης.
Μια εταιρεία δεν μπορεί να αποκτά καταθέσεις από το κοινό, αλλά αντίθετα μπορεί να αποκτήσει χρηματοδότηση μέσω έκδοσης κεφαλαίου ή άλλων εργαλείων χρηματοδότησης, τα οποία θα εκδίδονται σε επενδυτές μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης.
Στην άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της, η ΚΤΚ θα μπορεί να εξασκεί επί τόπου ελέγχους, ενώ, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να διατάξει την παύση μέλους της διεύθυνσης μιας αδειοδοτημένης εταιρείας.
Τέλος, η ΚΤΚ μπορεί να επιβάλει πρόστιμο μέχρι €200.000 όταν υπάρχει παραβίαση της νομοθεσίας ή και διοικητικές ή χρηματικές ποινές που να είναι διπλάσιες του οφέλους που προκύπτει από την παραβίαση της νομοθεσίας.
Προβλέπονται ποινικές αδικήματα για αξιωματούχους των εταιρειών, οι οποίοι παρέλειψαν να αποστείλουν εκθέσεις ή έγγραφα που ζητούνται από το νόμο ή οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει του νόμου, ή παρέχει ψευδή ή ελλιπή στοιχεία.
Το νομοσχέδιο για την τιτλοποίηση δανείων
Το δεύτερο νομοσχέδιο φέρει τον τίτλο «Ο Περί τιτλοποίησης νόμος».
Στην ουσία ο νόμος επιτρέπει τη δημιουργία οργανισμού, στον οποίο οι τράπεζες εκχωρούν ή πωλούν τα δάνεια και ο οργανισμός εκδίδει είτε μετοχές ή ομόλογα με εξασφάλιση τα δάνεια που του παραχωρήθηκαν.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «τιτλοποίηση σημαίνει τη συναλλαγή με την οποίαν εταιρεία τιτλοποίησης αποκτά τιτλοποιημένα περιουσιακά στοιχεία ή παρέχει εξασφαλισμένα δάνεια ή εξασφαλισμένες διευκολύνσεις σε εκχωρητή και χρηματοδοτεί τη συναλλαγή αυτή, ολικά ή μερικά, με την έκδοση χρηματοοικονομικών μέσων». Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία αυτή δεν πληρώνει αμέσως τον εκχωρητή (μια τράπεζα), αλλά το κάνει μετά την έκδοση ενός ομολόγου ή άλλων χρηματοοικονομικών μέσων.
Αξίζει να σημειωθεί πως εκχωρητής με βάση το νόμο μπορεί να είναι είτε ένα πρόσωπο, περιλαμβανομένης της Κυβέρνησης ή άλλης δημόσιας αρχής.
Παράλληλα, η έκδοση χρηματοοικονομικών μέσων προς το κοινό υπόκειται στις πρόνοιες του περί Δημόσιας Προσφοράς και Ενημερωτικού Δελτίου Νόμου, ενώ τα χρηματοοικονομικά μέσα αυτά δύνανται να εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, κατά την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από το άρθρο 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών.
Όπως αναφέρεται στο νόμο, «η εκχώρηση θα είναι έγγραφη και θα είναι πλήρως και απόλυτα δεσμευτική για τον εκχωρητή, την εταιρεία τιτλοποίησης και τον οφειλέτη της απαίτησης, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε απαγόρευση ή περιορισμό της δυνατότητας εκχώρησης της απαίτησης με βάση οποιοδήποτε νόμο ή συμβατική πρόνοια, που δεσμεύει ή αφορά τον εκχωρητή ή τον οφειλέτη της απαίτησης που εκχωρείται». Η πρόνοια αυτή στοχεύει στην υπερπήδηση των κωλυμάτων που που παρουσιάζονται από τη νομοθεσία στην πακετοποίηση και πώληση δανείων.
Εξάλλου, κάθε υποθήκη, ενέχυρο η εγγύηση ή άλλη εξασφάλιση που υφίστανται προς όφελος του εκχωρητή σε εξασφάλιση απαίτησης που εκχωρείται, θα θεωρείται ότι έχει μεταβιβασθεί στην εταιρεία τιτλοποίησης, στην οποία έχει εκχωρηθεί η απαίτηση.
Τέλος, ο νόμος περιλαμβάνει και πρόνοια για την αποκάλυψη στοιχείων, σύμφωνα με την οποία «η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων οφειλέτη ή άλλου προσώπου που γίνεται καλή τη πίστει για σκοπούς τιτλοποίησης ή προτιθέμενης τιτλοποίησης θεωρείται ως επιτρεπτή επεξεργασία με βάση τον περί Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων Νόμο και δεν προϋποθέτει προηγούμενη άδεια από τον Επίτροπο με βάση τον εν λόγω νόμο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου