<<Παγκόσμια οργή! Η Τουρκία αποκαλύφθηκε ότι στηρίζει Ισλαμικό Κράτος και Αλ Κάιντα>>
Το πρακτορείο Reuters μεταδίδει παγκοσμίως ότι η Τουρκία υποστηρίζει τους τζιχαντιστές.
Να σημειώσουμε εδώ ότι όλο αυτόν τον χρόνο έχουν δημοσιευτεί φωτογραφίες και βίντεο που αποδεικνύουν ότι το τουρκικό κράτος εξοπλίζει και υποστηρίζει το Ισλαμικό Κράτος και τις άλλες τζιχαντιστικές οργανώσεις.
Όμως μια «περίεργη» σιωπή κάλυπτε το καθεστώς Ερντογάν και μόνο σποραδικά κάποια δημοσιεύματα έπαιζαν στον δυτικό Τύπο. Για την ελληνική δημοσιογραφία ας μην το σχολιάσουμε καλύτερα, η αμάθεια και η ημιμάθεια δεν «επιτρέπει» στις ειδήσεις να φτάνουν στο ελληνικό κοινό.
Σύμφωνα με το τηλεγράφημα του Reuters, οι μυστικές υπηρεσίες πληροφοριών της Τουρκίας βοήθησαν να διανεμηθούν όπλα σε τμήματα της Συρίας που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο τζιχαντιστών στα τέλη του 2013 και στις αρχές του 2014. Το Reuters στηρίζεται στην έρευνα Τούρκου εισαγγελέα και στις καταθέσεις που έδωσαν στο δικαστήριο αξιωματικοί της Χωροφυλακής.Οι μαρτυρίες αντικρούουν τους ισχυρισμούς της Τουρκίας, η οποία αρνείται ότι έστειλε όπλα στους τζιχαντιστές και υποστήριξε το Ισλαμικό Κράτος ως «μακρύ χέρι» των μεγαλοϊδεατισμών του Ερντογάν για αναβίωση του χαλιφάτου, δηλαδή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (δόγμα Νταβούτογλου).
Η Άγκυρα, παρά τα βίντεο και τις φωτογραφίες, τις επώνυμες μαρτυρίες και καταθέσεις, αρνείται ότι εξοπλίζει τους τζιχαντιστές, αυτό που έχουμε πολλές φορές καταγγείλει μέσα από το Tribune ως «πουλάει τρέλα η Τουρκία».
Οι μαρτυρίες από αξιωματικούς της Χωροφυλακής σε δικαστικά έγγραφα που είδε το Reuters αναφέρουν ότι τμήματα πυραύλων, πυρομαχικά και τμήματα βλημάτων όλμου μεταφέρθηκαν με φορτηγά που συνοδεύονταν από αξιωματούχους των τουρκικών μυστικών πληροφοριών MIT πριν από έναν και πλέον χρόνο προς τμήματα της Συρίας που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των τζιχαντιστών.
Τέσσερα φορτηγά στην επαρχία των Αδάνων (νότια) ερευνήθηκαν από την αστυνομία και τη Χωροφυλακή, ένα τον Νοέμβριο του 2013 και άλλα τρία τον Ιανουάριο του 2014 με εντολή των εισαγγελέων στη βάση πληροφοριών ότι μετέφεραν όπλα, σύμφωνα με την κατάθεση ενός από τους εισαγγελείς, που και οι ίδιοι τώρα περιμένουν να δικαστούν.
Ενώ το πρώτο φορτηγό κατασχέθηκε, στα άλλα τρία επιτράπηκε να συνεχίσουν το δρομολόγιό τους όταν οι αξιωματούχοι της MIT, που συνόδευαν το φορτίο, διατύπωσαν απειλές εναντίον της αστυνομίας και προέβαλαν αντίσταση στην έρευνα, σύμφωνα με τη μαρτυρία και την έκθεση του εισαγγελέα.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε πως τα τρία φορτηγά, που η αστυνομία σταμάτησε στις 19 Ιανουάριου, ανήκαν στη MIT και πως μετέφεραν βοήθεια.
«Η έρευνά μας δείχνει πως ορισμένοι κρατικοί αξιωματούχοι βοήθησαν αυτούς τους ανθρώπους να παραδώσουν τα φορτία», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στο Reuters στις 4 Μαΐου στα Άδανα ο Οζκάν Σισμάν, ο οποίος παρήγγειλε την έρευνα του πρώτου φορτηγού στις 7 Νοεμβρίου του 2013 έπειτα από μία πληροφορία ότι μετέφερε όπλα παράνομα.
Τόσο ο Σισμάν όσο και ο Τακτσί έχουν συλληφθεί με εντολή κρατικών εισαγγελέων και αντιμετωπίζουν προσωρινές κατηγορίες για διεξαγωγή παράνομης έρευνας, ενόψει της απαγγελίας ενός πλήρους κατηγορητηρίου.
Στο αίτημα για τη σύλληψη του Σισμάν, που εξέδωσε το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων (HSYK) και το οποίο έχει δει επίσης το Reuters, ο τελευταίος κατηγορείται για αποκάλυψη κρατικών απορρήτων και σπίλωση της κυβέρνησης επειδή την φέρει να παρέχει βοήθεια σε τρομοκρατικές οργανώσεις. Ο Σισμάν και ο Τακτσί αρνούνται τις κατηγορίες.
«Δεν είναι δυνατό να εξηγηθεί αυτή η διαδικασία, η οποία έχει μετατραπεί σε πλήρη σφαγιασμό του νόμου», δήλωσε στο Reuters ο Αλπ Ντεγκέρ Τανριβερντί, συνήγορος τόσο του Τακτσί όσο και του Σισμάν. «Κάτι που αποτελεί έγκλημα δεν είναι δυνατό να αποτελεί κρατικό απόρρητο».
Περισσότεροι από 30 αξιωματικοί της Χωροφυλακής που ενεπλάκησαν στην προσπάθεια έρευνας την 1η Ιανουαρίου και στα γεγονότα της 19ης Ιανουαρίου αντιμετωπίζουν επίσης κατηγορίες όπως στρατιωτική κατασκοπία και απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης, σύμφωνα με έγγραφο δικαστηρίου της Κωνσταντινούπολης που φέρει ημερομηνία του Απριλίου του 2015.
Αξιωματούχος από το γραφείο του Ερντογάν δήλωσε πως ο Ερντογάν κατέστησε σαφή τη θέση του στο ζήτημα. Πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι, με τους οποίους επικοινώνησε το Reuters, αρνήθηκαν να σχολιάσουν περαιτέρω. Δεν ήταν δυνατή η άμεση πρόσβαση σε αξιωματούχους της MIT.
«Θέλω να επαναλάβω την επίσημη θέση μας εδώ, η οποία έχει διατυπωθεί ξανά και ξανά αφότου ξεκίνησε αυτή η κρίση από τον πρωθυπουργό, τον πρόεδρο και τον υπουργό Εξωτερικών μας, ότι η Τουρκία δεν έστειλε ποτέ όπλα σε οποιαδήποτε οργάνωση στη Συρία», δήλωσε την Τετάρτη σε εκδήλωση στην Ουάσιγκτον, ο εκπρόσωπος του Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν.
Ο Ερντογάν δήλωσε πως οι εισαγγελείς δεν είχαν καμία εξουσία να ελέγξουν οχήματα της MIT και αποτελούν μέρος αυτού που αποκαλεί «παράλληλο κράτος» το οποίο έχουν στήσει οι πολιτικοί του εχθροί με σκοπό να δυσφημίσουν την κυβέρνηση.
«Ποιοι ήταν εκείνοι που προσπάθησαν να σταματήσουν φορτηγά της MIT στα Άδανα ενώ προσπαθούσαμε να στείλουμε ανθρωπιστική βοήθεια στους Τουρκμένους;» είχε πει ο Ερντογάν σε μία τηλεοπτική συνέντευξη τον περασμένο Αύγουστο.
«Παράλληλο σύστημα απονομής δικαιοσύνης και παράλληλο σύστημα ασφαλείας… Ο εισαγγελέας πηδάει πάνω στο φορτηγό και κάνει έρευνα. Δεν μπορείτε να ερευνάτε ένα φορτηγό της MIT, δεν έχετε την εξουσία».
Ένας από τους οδηγούς των φορτηγών, ο Μουράτ Κισλακτσί, φέρεται πως δήλωσε ότι το φορτίο που μετέφερε στις 19 Ιανουαρίου μεταφορτώθηκε από ένα ξένο αεροπλάνο στο αεροδρόμιο της Άγκυρας και πως είχε μεταφέρει παρόμοια φορτία προηγουμένως. Το Reuters δεν μπόρεσε να επικοινωνήσει με τον Κισλακτσί.
Σε μαρτυρική κατάθεση, που είδε το Reuters, ενός χωροφύλακα, που είχε εμπλακεί στην απόπειρα να ελεγχθεί ένα άλλο φορτηγό την 1η Ιανουαρίου 2014, αναφέρεται πως αξιωματούχοι της MIT μίλησαν για φορτία όπλων σε Σύρους αντάρτες από αποθήκες στα σύνορα. Το Reuters δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει την πληροφορία αυτή.
Την εποχή που έγιναν οι έρευνες στα φορτηγά, η συριακή πλευρά των συνόρων στην επαρχία Χατάι, που συνορεύει με τα Άδανα, είχε περιέλθει στον έλεγχο της σκληροπυρηνικής τζιχαντιστικής οργάνωσης ανταρτών Αχράρ Αλ Σαμ.
Ένας από τους διοικητές της σαλαφιστικής – τζιχαντιστικής οργάνωσης ήταν ο Αμπού Χάλεντ Αλ Σούρι, γνωστός επίσης ως Αμπού Ομάιρ Αλ Σάμι, ο οποίος είχε πολεμήσει μαζί με τον ηγέτη της Αλ Κάιντα Οσάμα Μπιν Λάντεν και πρόσκειται στον τωρινό αρχηγό της Άιμαν Αλ Ζαουάχρι. Ο Αλ Σούρι σκοτώθηκε σε επίθεση αυτοκτονίας στην πόλη Χαλέπι της Συρίας τον Φεβρουάριο του 2014.
Μία δικαστική απόφαση που καλούσε για τη σύλληψη τριών ανθρώπων σε σχέση με το φορτηγό που η αστυνομία σταμάτησε τον Νοέμβριο του 2013, ανέφερε πως είχε φορτωθεί με μεταλλικούς σωλήνες που κατασκευάστηκαν στην τουρκική πόλη Ικόνιο και ταυτοποιήθηκαν ως τμήματα όλμων.
Το έγγραφο επικαλείται επίσης τον οδηγό φορτηγού Λουφτί Καρακαγιά ο οποίος είπε ότι μετέφερε δύο φορές το ίδιο φορτίο και το παρέδωσε σε έναν αγρό περίπου 200 μέτρα μακριά από ένα στρατιωτικό φυλάκιο στο Ρεϊχανλί, πολύ κοντά στη Συρία.
Η δικαστική εντολή για τη σύλληψη του Καρακαγιά, την οποία είδε το Reuters, αναφέρεται σε μία αστυνομική έρευνα σύμφωνα με την οποία τα τμήματα όπλων που κατασχέθηκαν εκείνη την ημέρα προορίζονταν για ένα «στρατόπεδο που χρησιμοποιείται από την τρομοκρατική οργάνωση Αλ Κάιντα στα συριακά σύνορα».
Το Reuters δεν μπόρεσε να πάρει συνέντευξη από τον Καρακαγιά ή να επιβεβαιώσει από ανεξάρτητη πηγή τον τελικό προορισμό που είχε το φορτίο.
Ο Σισμάν είπε ότι μία πληροφορία που ελήφθη από την αστυνομία τον έκανε να διατάξει την έρευνα την 1η Ιανουαρίου του 2014.
«Δεν ήθελα να εμποδίσω τη διέλευσή του, αν ανήκε στη MIT και μετέφερε βοήθεια, όμως είχαμε μία πληροφορία που έλεγε πως αυτό το φορτηγό μετέφερε όπλα. Ήμασταν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου