«Οι χαμηλοί μισθοί ως παράγοντας προσέλκυσης επενδύσεων – Άλλος ένας μύθος.»
Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οικονομολόγος – Καθηγήτρια ΜΒΑ
Πολλές φορές έχουμε ακούσει ως επιχείρημα ότι αποτρεπτικός παράγοντας για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα είναι το υψηλό εργατικό κόστος. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις, αφήνεται να υπονοηθεί ότι είναι πιθανόν και το βασικό εμπόδιο για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, πιθανόν, μαζί με την υψηλή φορολογία. Η πραγματικότητα όμως διαψεύδει αυτό τον ισχυρισμό και τον καθιστά άλλο ένα από τα μυθεύματα νεοφιλελεύθερης κυρίως προέλευσης.
Οι παράγοντες προσέλκυσης ξένων επενδύσεων δεν είναι μόνο το εργατικό κόστος. Το μέγεθος της αγοράς, η εξωστρέφεια, η παραγωγικότητα, ο πολιτικός κίνδυνος, η ανάπτυξη και η φορολογία μαζί με το εργατικό κόστος αποτελούν τους βασικούς παράγοντες προσέλκυσης ξένων επενδύσεων.
Ας δούμε όμως τι λένε αρκετοί ερευνητές για το θέμα του υψηλού εργατικού κόστους. Γενικότερα, το κόστος εργασίας θεωρείται ως ένας από τους πιο αμφισβητούμενους παράγοντες για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Οι μελέτες για την επίδραση των εργατικών μισθών στην προσέλκυση επενδύσεων είναι λίγες και δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των ερευνητών. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι υψηλότεροι μισθοί αποθαρρύνουν τις ξένες επενδύσεις και κάποιοι άλλοι όχι. Ο Tsai (1994) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι υψηλοί μισθοί έδρασαν αποτρεπτικά την περίοδο 1983-1986 αλλά όχι την περίοδο 1975-1978.
Το εργατικό κόστος μπορεί να είναι σημαντικός παράγοντας για κάποιους κλάδους εντάσεως εργασίας. Στο σημείο αυτό θα πρέπει κάποιος να συνυπολογίσει τον ανταγωνισμό από τις αναπτυσσόμενες χώρες που προσφέρουν στους επενδυτές άφθονη εργατική δύναμη με χαμηλό κόστος αλλά εν τούτοις, οι επενδυτές δεν ενδιαφέρονται μόνο για το κόστος. Το κόστος εργασίας της Ελλάδας είναι το χαμηλότερο στην ΕΕ των 15 αλλά όπως είδαμε δεν συνετέλεσε στην αύξηση των ξένων επενδύσεων. Ο λόγος είναι ότι οι επενδυτές ενδιαφέρονται περισσότερο για το εκπαιδευτικό επίπεδο, τις δεξιότητες και την παραγωγικότητα και όχι για το εργατικό κόστος (ΟΟΣΑ,1996).
Σύμφωνα με έρευνα που διενήργησε ο Hatem (1997) σε διευθυντές πολυεθνικών και ειδικούς στο διεθνές εμπόριο σχετικά με την ιεράρχηση δεκατριών κριτηρίων για ξένες επενδύσεις, το εργατικό κόστος κατέλαβε την 9η θέση στους παράγοντες προσέλκυσης των ξένων επενδύσεων ενώ η «πολιτική και κοινωνική σταθερότητα» (κάτι που δεν υπάρχει σίγουρα στην Ελλάδα) και η «ποιότητα εργασίας» (που και αυτή αμφισβητείται για τη χώρα μας) κατέλαβαν την τέταρτη και πέμπτη θέση αντίστοιχα.
Τα εργασιακά πρότυπα μπορούν να βελτιώσουν τους δύο αυτούς παράγοντες μακροπρόθεσμα ακόμα και να απομακρύνουν τα αρνητικά αποτελέσματα του εργατικού κόστους στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Στα πρότυπα αυτά εντάσσεται η ισότιμη εκπαίδευση των κοριτσιών και των αγοριών γιατί η ισοτιμία στην εκπαίδευση βελτιώνει την ποιότητα στην εκπαίδευση των επόμενων γενεών. Η ισοτιμία επίσης στα εργασιακά δικαιώματα μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι εξίσου σημαντική για το ανθρώπινο κεφάλαιο που είναι στη διάθεση των ξένων επενδυτών. Η ισοτιμία στα δικαιώματα παρέχει την αίσθηση δικαίου στους εργαζόμενους και έτσι επιτυγχάνεται αύξηση της παραγωγικότητας και βελτίωση της ποιότητας εργασίας.
Το κόστος εργασίας πρέπει να ιδωθεί μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο ανάπτυξης μίας χώρας με βάση το στρατηγικό σχεδιασμό της ο οποίος πρέπει να αξιολογεί το ρόλο που το εργατικό κόστος θα έχει στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων αλλά και γενικότερα το ρόλο που οι ξένες επενδύσεις θα διαδραματίσουν στη συνολική ανάπτυξη της οικονομίας. Υπάρχουν ωστόσο και άλλοι τρόποι για να είναι ανταγωνιστική μία οικονομία αντί της αποδυνάμωσης των εργατικών δικαιωμάτων, για παράδειγμα, μπορεί μία οικονομία να αυξήσει την παραγωγικότητά της μέσω της βελτίωσης της τεχνολογίας. Στο σημείο θα πρέπει να επισημανθεί ότι μιλάμε για αύξηση της παραγωγικότητας που είναι αμφίβολο εάν οι χαμηλοί μισθοί την επιτυγχάνουν, θα υποστηρίζαμε το αντίθετο.
Συνεπώς, οι υψηλοί μισθοί δεν αποτελούν πρόβλημα στην ανταγωνιστικότητα μιας χώρας από τη στιγμή που η χώρα είναι σε θέση να παράγει υψηλή τεχνολογία αλλά και στο βαθμό που το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας μπορεί να «απορροφήσει» τις νέες τεχνολογίες.
Τα ερωτήματα λοιπόν παραμένουν.
Ποια είναι η εθνική στρατηγική για την ανταγωνιστικότητα και την προσέλκυση επενδύσεων;
Γιατί τέτοια εμμονή στη μείωση του εργατικού κόστους όταν έχει αποδειχθεί ότι κατ’αυτό τον τρόπο όχι μόνο συρρικνώνεται η αγοραστική ζήτηση αλλά και δεν αποτελεί σημαντικό παράγοντα προσέλκυσης ξένων επενδύσεων;
Τι είδους επενδύσεις αποζητάμε, επενδύσεις μήπως που θέλουν φτηνά εργατικά χέρια ανταγωνιζόμενοι έτσι τις αναπτυσσόμενες χώρες της Αφρικής και της Ασίας εξάγοντας υψηλά καταρτισμένους Έλληνες σε χώρες που παράγουν τεχνολογία;
Αυτή την Ελλάδα ονειρεύονται οι πολιτικοί μας ταγοί;
Αυτή την Ελλάδα θέλουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου