<<Διακριτική ευχέρεια VSαυστηρή
εφαρμογή κανονισμών>>
Του Ανδρέα Θεοφάνους*
Ένα από τα πιο πολυσυζητημέναζητήματα
διαχρονικά στην άσκηση οικονομικής πολιτικής ενός κράτους καθώς και στην
εφαρμογή σωστής δημόσιας διοίκησηςείναι αυτό της διακριτικής ευχέρειας σε αντιδιαστολή
με τη φιλοσοφία της αυστηρής τήρησης και εφαρμογής κανονισμών. Οι διαφορετικές
προσεγγίσεις και οι τριβές μεταξύ του Υπουργού Εσωτερικών και του Γενικού
Ελεγκτή τους τελευταίους μήνες αναδεικνύουν την ουσία αλλά και τις προεκτάσεις
της συζήτησης γύρω από το ζήτημα αυτό.
Σε θέματα
οικονομικής πολιτικής πολλές φορές έχει κατατεθεί η άποψη ότι η άσκηση
διακρατικής ευχέρειας και η απουσία κανονισμών ή η έλλειψη σεβασμού προς αυτούς,μπορεί
να παρασύρει κυβερνήσεις σε λαϊκιστικές προσεγγίσεις με ανεπιθύμητα
αποτελέσματα. Αυτή η σχολή σκέψης, πιστεύει,
μεταξύ άλλων, ότι είναι σημαντικό να υπάρχει μια πολιτική η οποία να οδηγεί σε
δημοσιονομικά ισοζύγια και ταυτόχρονα μια σταθερή νομισματική πολιτική για να
αποφεύγονται οι πληθωριστικές πιέσεις.
Οι θέσεις αυτές – για εφαρμογή κανόνων και αποφυγή της διακριτικής
ευχέρειας - θα ήταν σωστές εάν η οικονομική δραστηριότητα ήταν σταθερή και
αυτορυθμιζόμενη.
Επειδήόμως πολλές
φορές η οικονομική δραστηριότητα μπορεί να είναι υποτονική ή ακόμα να υπάρχει
μια βαθειά κρίση απαιτείται διακριτική ευχέρεια ούτως ώστε με τα εργαλεία οικονομικής
πολιτικής να είναι δυνατή η έξοδος από την κρίση. Οι θεωρητικές αυτές προσεγγίσεις έχουν
δοκιμασθεί κατ’ επανάληψιν. Σε όλες
σχεδόν τις περιπτώσεις οι διάφορες χώρες εξήλθαν από κρίσεις διά της άσκησης διακριτικής
ευχέρειας στην οικονομική πολιτική και όχι με τη φιλοσοφία της αυστηρής τήρησης
κανονισμών. Η φιλοσοφία της αυστηρής
προσήλωσης σε κανονισμούς ανεξαρτήτως συνθηκών οδήγησε στις πλείστες
περιπτώσεις σε πολύ οδυνηρά αποτελέσματα.Μια
βαθειά εξέταση των υπό συζήτηση θεμάτων υποδηλοί ότι ενώ οι κανονισμοί είναι
σημαντικοί η διακριτική ευχέρεια είναι απαραίτητη.
Τα ίδια
ζητήματα εγείρονται και σε σχέση με θέματα δημόσιας διοίκησης: δηλαδή κατά
πόσον η διακριτική ευχέρεια μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολές μεταξύ των οποίων και
οι καταχρήσεις ή από την άλλη η εφαρμογή κανονισμών όπου να τηρείται και το
γράμμα και το πνεύμα του νόμου. Ενώ οι
κανονισμοί είναι σημαντικοί, δεν μπορεί να αγνοήσουμε το
γεγονός ότι πολλές φορές είναι δυνατό να οδηγηθούμε σε απραξία ή ακόμα και σε
ασφυξία. Ούτε μπορεί να αγνοηθεί η θέση
ότι πολλές φορές οι κανονισμοί είναι ελλειμματικοί με ολέθρια αποτελέσματα όταν
εφαρμόζονται αυστηρώς. Σημειώνεται
επίσης ότι εάν θα υπάρξει εμμονή σε διαδικασίες και κανονισμούς θα πρέπει να
επιβεβαιώνεται ότι η εφαρμογή τους δεν οδηγεί σε παράπλευρες απώλειες ή
αρνητικά αποτελέσματα. Επισημαίνεται
επίσης ότι πολλές φορές διευθυντές οργανισμών ή/και τμημάτων στη δημόσια
διοίκηση εφαρμόζουν κανονισμούς έστω και αν γνωρίζουν ότι αυτοί είναι
ελλειμματικοί. Κλασσικό παράδειγμα η
λειτουργία του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας όπου η εμμονή σε διαδικασίες και
κανονισμούς που έχουν αποδειχθεί αντικειμενικά λανθασμένοι καθιστούν τον
οργανισμό κατ’ ουσίαν Ίδρυμα Παρεμπόδισης (αντί Προώθησης) Έρευνας.
Υπογραμμίζεται ότι
πριν από την κρίση υπήρχε μια κατάσταση ασυδοσίας στο τραπεζικό σύστημα.Μετά
την κατάρρευση δυστυχώς περάσαμε σε μια κατάσταση ασφυξίας με πολύ αυστηρούς
κανονισμούς. Αυτό έχει μειώσει τις εγχώριες επενδύσεις και την κατανάλωση
επιβραδύνοντας περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα. Οι υπερβολές είτε της ασυδοσίας είτε της
ασφυξίας πρέπει να αποφεύγονται. Καίριας
σημασίας είναι και η απλοποίηση των διαδικασιών απόκτησης δανείων από φυσικά
πρόσωπα και επιχειρήσεις.
Σε φιλοσοφικό
επίπεδο μπορεί να λεχθεί ότι η διάκριση είναι καθοριστικής σημασίας σε πολλά
επίπεδα. Ακόμα και σε θέματα
εξομολόγησης υπάρχουν θεολογικές παραπομπές που αναφέρονται ότι η συμβουλή που
δίδεται σε άτομα είναι δυνατόν να μην είναι η ίδια για το ίδιο ζήτημα.
Εν κατακλείδι
σε μια κοινωνία και ένα κράτος με σύνθετα, πολυδιάστατα αλλά και πολύπλοκα
προβλήματα προφανώς είναι σημαντικό να υπάρχουν θεσμοί, διαδικασίες και
κανονισμοί. Η εξέλιξη του πολιτικού,
οικονομικού και κοινωνικού γίγνεσθαι ως αποτέλεσμα διεργασιών θα είναι υπέρτερη
εάν υπάρχει ταυτόχρονα και η διάκριση η οποία να ασκείται με σοφία. Για αυτό είναι απαραίτητη η ύπαρξη όχι μόνο επαρκούς
αλλά και εμπνευσμένης ηγεσίας σε όλα τα επίπεδα και εκφάνσεις του δημόσιου
βίου.
*Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής
Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου