<<Ο ελιγμός Τσίπρα δεν θα βάλει τέλος στην ελληνική κρίση - Οι τρεις λόγοι για να είναι κανείς απαισιόδοξος>>
Η στρατηγική Τσίπρα μπορεί να αποφέρει μια βιώσιμη λύση, μόνο αν είναι πρόθυμος να δεσμευτεί για μια σοβαρή διαρθρωτική μεταρρύθμιση της οικονομίας
Τη χρήση μιας παλιάς τακτικής που χρησιμοποιείται για να ξεμπλοκάρουν οι διαπραγματεύσεις που έχουν φθάσει σε τέλμα, αποδίδει στον έλληνα πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, ο σύμβουλος της Allianz και πρώην διευθύνων σύμβουλος της Pimco, Mohamed El-Erian.
Βάσει αυτής, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι συναντώνται πίσω από κλειστές πόρτες και επιτυγχάνουν πολιτικούς συμβιβασμούς, που εν συνεχεία επιβάλλονται στους τεχνοκράτες, οι οποίοι πρέπει να εργαστούν πάνω στις λεπτομέρειες.
Ωστόσο, όπως σημειώνει σε άρθρο του στο Bloomberg, ακόμη και αν αυτή η τακτική στεφθεί από επιτυχία, κάτι που κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, δεν θα είναι αρκετό.
Το καλύτερο που θα μπορούσε να προκύψει, είναι να κερδηθεί λίγος χρόνος μέχρι οι βαθιές διαφορές μεταξύ των δύο μερών να επαναβεβαιωθούν.
Αν και φθάνει η ώρα της καταβολής πολλών και σημαντικών αποπληρωμών χρέους, σημειώνει ο El-Erian, από τις φαινομενικά ατέρμονες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της έχει υπάρξει λίγη πρόοδος.
Ο Τσίπρας επιδίωξε να μετατοπίσει τη δυναμική μεταφέροντας σημεία – κλειδιά των διαπραγματεύσεων απευθείας στους ισχυρούς της Ευρώπης, ήτοι τη γερμανίδα καγκελάριο Angela Merkel, τον γάλλο πρόεδρο Francois Hollande και τον πρόεδρο της Κομισιόν, Jean Claude Juncker.
Αυτές οι συνομιλίες φαίνεται να σημειώνουν πρόοδο, σημειώνει ο σύμβουλος της Allianz, για να προσθέσει όμως ότι θα είναι πολύ δύσκολο αυτή η πρόοδος να μετατραπεί σε μια διαρκή επιτυχία με τη μορφή μιας συμφωνίας σε μια πορεία προς μια ολοκληρωμένη λύση, η οποία θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί και στην κυβέρνηση της χώρας να αντιμετωπίσει τους κοινωνικούς στόχους της, διατηρώντας παράλληλα την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ, απελευθερωμένη από ένα καθεστώς μόνιμης κηδεμονίας από την Ευρώπη.
Δυστυχώς, σημειώνει ο El-Erian, υπάρχουν τουλάχιστον τρεις σημαντικοί λόγοι για αυτή την έλλειψη αισιοδοξίας:Πρώτον, όλες οι πλευρές διαπραγματεύονται με τα χρήματα άλλων ανθρώπων και εκείνοι που ελέγχουν αυτούς τους πόρους, ήτοι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι ολοένα και πιο διστακτικοί να προχωρήσουν σε μια αποσπασματική πολιτική προσέγγιση, η οποία θα προσφέρει μια μικρή ρεαλιστική ευκαιρία για μια μακροπρόθεσμη οικονομική και χρηματοπιστωτική βιωσιμότητα στην Ελλάδα.
Έχοντας δεχθεί επανειλημμένως πιέσεις από πολιτικές σκοπιμότητες και απογοητευμένοι από μια σειρά ανεκπλήρωτων υποσχέσεων, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν ήδη αναλάβει τεράστιο οικονομικό ρίσκο.
Οι θεσμοί αυτοί εμφανίζονται τώρα να μην βλέπουν πολύ άνετα την ιδέα της εκταμίευσης περισσοτέρων κεφαλαίων προκειμένου να στηρίξουν έναν ακόμη μη βιώσιμο συμβιβασμό.
Πράγματι, καθώς τα σχόλια μετά τη συνάντηση των ηγετών στις Βρυξέλλες, την Πέμπτη, ήταν καθησυχαστικά, αξιωματούχος του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον δήλωσε ότι η διαπραγματευτική ομάδα του Ταμείου επιστρέφει στη βάση της, τονίζοντας τις «σημαντικές διαφορές μεταξύ μας σε βασικούς τομείς».
«Δεν έχει υπάρξει καμία πρόοδος στον περιορισμό των διαφορών αυτών» με την Ελλάδα, τόνισε ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Gerry Rice.Δεύτερον, τόσο η γερμανική όσο και η ελληνική ηγεσία πρέπει να αντιμετωπίσουν στις χώρες τους μάλλον σκεπτικούς ψηφοφόρους τους.
Θα χρειαστούν υποστήριξη, σε περίπτωση που μια ενδεχόμενη συμφωνία φθάσει στο Κοινοβούλιο προς ψήφιση.
Για την Γερμανία, ο κίνδυνος είναι ουσιαστικός, καθώς η κυβέρνηση θα μπορούσε να ντροπιαστεί, ενώ η κυβερνητική συμμαχία του Τσίπρα στην Ελλάδα, θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπη με πολιτικό χάος, που ενδεχομένως να καταλήξει στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών.Τρίτον, οι έλληνες πολίτες είναι λιγότερο πιθανό να πιστέψουν σε μια ακόμη πρόχειρη προσέγγιση.
Μια συμβιβαστική συμφωνία δεν θα είναι αρκετή για να τους πείσει να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους πίσω στο τραπεζικό σύστημα, ενώ ενδεχομένως να μην είναι αρκετή για να ανακόψει την εκροή τραπεζικών καταθέσεων και να μειώσει κατά συνέπεια τον κίνδυνο επιβολής capital controls (έλεγχοι κεφαλαίων).
Εν τω μεταξύ, τα ανησυχητικά στοιχεία πρώτου τριμήνου για την ανεργία, που ανακοινώθηκαν την Πέμπτη (το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε σε 26,6%, με το 71,6% των ανέργων να είναι εκτός εργασίας για τουλάχιστον 12 μήνες), υπογραμμίζουν πόσο πολύ η Ελλάδα χρειάζεται κάτι περισσότερο από μια απλή βοήθεια.
Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης, ο Τσίπρας έχει δίκιο που προσπαθεί να διαπραγματευτεί άμεσα, όμως αυτή η στρατηγική μπορεί να αποφέρει μια βιώσιμη λύση μόνο αν είναι πρόθυμος να δεσμευτεί για μια σοβαρή διαρθρωτική μεταρρύθμιση της οικονομίας της χώρας του και αν οι πιστωτές είναι πρόθυμοι να στηρίξουν αυτή την προσπάθεια με μια πιο «έξυπνη» λιτότητα, ελάφρυνση του χρέους και σημαντική χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης.
Παρά τις διπλωματικές λεπτολογίες, κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν είναι ακόμη κοντά στην εκπλήρωση αυτών των προϋποθέσεων, καταλήγει ο El-Erian.
Βάσει αυτής, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι συναντώνται πίσω από κλειστές πόρτες και επιτυγχάνουν πολιτικούς συμβιβασμούς, που εν συνεχεία επιβάλλονται στους τεχνοκράτες, οι οποίοι πρέπει να εργαστούν πάνω στις λεπτομέρειες.
Ωστόσο, όπως σημειώνει σε άρθρο του στο Bloomberg, ακόμη και αν αυτή η τακτική στεφθεί από επιτυχία, κάτι που κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά, δεν θα είναι αρκετό.
Το καλύτερο που θα μπορούσε να προκύψει, είναι να κερδηθεί λίγος χρόνος μέχρι οι βαθιές διαφορές μεταξύ των δύο μερών να επαναβεβαιωθούν.
Αν και φθάνει η ώρα της καταβολής πολλών και σημαντικών αποπληρωμών χρέους, σημειώνει ο El-Erian, από τις φαινομενικά ατέρμονες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της έχει υπάρξει λίγη πρόοδος.
Ο Τσίπρας επιδίωξε να μετατοπίσει τη δυναμική μεταφέροντας σημεία – κλειδιά των διαπραγματεύσεων απευθείας στους ισχυρούς της Ευρώπης, ήτοι τη γερμανίδα καγκελάριο Angela Merkel, τον γάλλο πρόεδρο Francois Hollande και τον πρόεδρο της Κομισιόν, Jean Claude Juncker.
Αυτές οι συνομιλίες φαίνεται να σημειώνουν πρόοδο, σημειώνει ο σύμβουλος της Allianz, για να προσθέσει όμως ότι θα είναι πολύ δύσκολο αυτή η πρόοδος να μετατραπεί σε μια διαρκή επιτυχία με τη μορφή μιας συμφωνίας σε μια πορεία προς μια ολοκληρωμένη λύση, η οποία θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί και στην κυβέρνηση της χώρας να αντιμετωπίσει τους κοινωνικούς στόχους της, διατηρώντας παράλληλα την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ, απελευθερωμένη από ένα καθεστώς μόνιμης κηδεμονίας από την Ευρώπη.
Δυστυχώς, σημειώνει ο El-Erian, υπάρχουν τουλάχιστον τρεις σημαντικοί λόγοι για αυτή την έλλειψη αισιοδοξίας:Πρώτον, όλες οι πλευρές διαπραγματεύονται με τα χρήματα άλλων ανθρώπων και εκείνοι που ελέγχουν αυτούς τους πόρους, ήτοι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, είναι ολοένα και πιο διστακτικοί να προχωρήσουν σε μια αποσπασματική πολιτική προσέγγιση, η οποία θα προσφέρει μια μικρή ρεαλιστική ευκαιρία για μια μακροπρόθεσμη οικονομική και χρηματοπιστωτική βιωσιμότητα στην Ελλάδα.
Έχοντας δεχθεί επανειλημμένως πιέσεις από πολιτικές σκοπιμότητες και απογοητευμένοι από μια σειρά ανεκπλήρωτων υποσχέσεων, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν ήδη αναλάβει τεράστιο οικονομικό ρίσκο.
Οι θεσμοί αυτοί εμφανίζονται τώρα να μην βλέπουν πολύ άνετα την ιδέα της εκταμίευσης περισσοτέρων κεφαλαίων προκειμένου να στηρίξουν έναν ακόμη μη βιώσιμο συμβιβασμό.
Πράγματι, καθώς τα σχόλια μετά τη συνάντηση των ηγετών στις Βρυξέλλες, την Πέμπτη, ήταν καθησυχαστικά, αξιωματούχος του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον δήλωσε ότι η διαπραγματευτική ομάδα του Ταμείου επιστρέφει στη βάση της, τονίζοντας τις «σημαντικές διαφορές μεταξύ μας σε βασικούς τομείς».
«Δεν έχει υπάρξει καμία πρόοδος στον περιορισμό των διαφορών αυτών» με την Ελλάδα, τόνισε ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Gerry Rice.Δεύτερον, τόσο η γερμανική όσο και η ελληνική ηγεσία πρέπει να αντιμετωπίσουν στις χώρες τους μάλλον σκεπτικούς ψηφοφόρους τους.
Θα χρειαστούν υποστήριξη, σε περίπτωση που μια ενδεχόμενη συμφωνία φθάσει στο Κοινοβούλιο προς ψήφιση.
Για την Γερμανία, ο κίνδυνος είναι ουσιαστικός, καθώς η κυβέρνηση θα μπορούσε να ντροπιαστεί, ενώ η κυβερνητική συμμαχία του Τσίπρα στην Ελλάδα, θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπη με πολιτικό χάος, που ενδεχομένως να καταλήξει στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών.Τρίτον, οι έλληνες πολίτες είναι λιγότερο πιθανό να πιστέψουν σε μια ακόμη πρόχειρη προσέγγιση.
Μια συμβιβαστική συμφωνία δεν θα είναι αρκετή για να τους πείσει να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους πίσω στο τραπεζικό σύστημα, ενώ ενδεχομένως να μην είναι αρκετή για να ανακόψει την εκροή τραπεζικών καταθέσεων και να μειώσει κατά συνέπεια τον κίνδυνο επιβολής capital controls (έλεγχοι κεφαλαίων).
Εν τω μεταξύ, τα ανησυχητικά στοιχεία πρώτου τριμήνου για την ανεργία, που ανακοινώθηκαν την Πέμπτη (το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε σε 26,6%, με το 71,6% των ανέργων να είναι εκτός εργασίας για τουλάχιστον 12 μήνες), υπογραμμίζουν πόσο πολύ η Ελλάδα χρειάζεται κάτι περισσότερο από μια απλή βοήθεια.
Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης, ο Τσίπρας έχει δίκιο που προσπαθεί να διαπραγματευτεί άμεσα, όμως αυτή η στρατηγική μπορεί να αποφέρει μια βιώσιμη λύση μόνο αν είναι πρόθυμος να δεσμευτεί για μια σοβαρή διαρθρωτική μεταρρύθμιση της οικονομίας της χώρας του και αν οι πιστωτές είναι πρόθυμοι να στηρίξουν αυτή την προσπάθεια με μια πιο «έξυπνη» λιτότητα, ελάφρυνση του χρέους και σημαντική χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης.
Παρά τις διπλωματικές λεπτολογίες, κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν είναι ακόμη κοντά στην εκπλήρωση αυτών των προϋποθέσεων, καταλήγει ο El-Erian.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου