<<Αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους>>
Ανοιχτός στο ενδεχόμενο ακόμα μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους εμφανίστηκε το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Benoit Cœure
Ανοιχτός στο ενδεχόμενο ακόμα μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους εμφανίστηκε το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Benoit Cœure, διευκρινίζοντας ότι η βιωσιμότητα του θα κριθεί από τη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας – πιστωτών.Σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα «La Croix» και κληθείς να απαντήσει στο ερώτημα αν πρέπει να αναδιαρθρωθεί το ελληνικό χρέος, επισήμανε ότι έχει ήδη γίνει και πλέον «είναι σημαντικά πιο χαμηλό σε σχέση με εκείνο της Ιταλίας ή της Ισπανίας ως ποσοστό του εθνικού ΑΕΠ».
Όσο για το εάν πρέπει να γίνουν και άλλες κινήσεις από την ελληνική πλευρά ώστε να μην υπάρξει μια ακόμα αναδιάρθρωση είπε:
«Η απάντηση θα εξαρτηθεί από τους τελικούς όρους της συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών.
Αυτό είναι το κριτήριο με βάση το οποίο θα επανεκτιμήσουμε τη βιωσιμότητα του χρέους.
Τα χρήματα ανήκουν σε φορολογούμενους των χωρών της Ευρωζώνης οπότε εναπόκειται στις κυβερνήσεις τους, όχι την ΕΚΤ, να πάρουν αποφάσεις για αυτό το θέμα».
Σε ερώτηση για το αν η ΕΚΤ θα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή για τη διάσωση της Ελλάδας σε περίπτωση που αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις και περαιτέρω αν θα μπορούσε να καταλήξει σε εκτύπωση χρήματος ο αξιωματούχος της ΕΚΤ απάντησε:
«Είμαστε ήδη στην πρώτη γραμμή και παίζουμε πλήρως τον ρόλο μας ως κεντρική τράπεζα και για τις 19 χώρες που μοιράζονται το ίδιο νόμισμα, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Η ρευστότητα που παρέχεται στις ελληνικές τράπεζες από το Ευρωσύστημα (την ΕΚΤ και την Τράπεζα της Ελλάδας) έχει αυξηθεί από 45 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2014 σε 119 δισ. ευρώ σήμερα, πράγμα που σας δίνει μια εικόνα για τον βαθμό της υποστήριξης που προσφέρει η ΕΚΤ στις ελληνικές εταιρείες και νοικοκυριά».
Ωστόσο, συνεχίζει, «από τη μία πλευρά η ικανότητά μας να δράσουμε διέπεται από τους κανόνες που απορρέουν από τις Συνθήκες και έχουν εγκριθεί από τους Ευρωπαίους πολίτες.
Μπορούμε να δανείσουμε τις ελληνικές τράπεζες εάν είναι φερέγγυες και παρέχουν ασφάλεια και από την άλλη πλευρά δεν επιτρέπεται να δανείσουμε την ελληνική κυβέρνηση ( ή οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση).
Εναπόκειται στις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωζώνης το να αποφασίσουν αν θα δανείσουν χρήματα στην ελληνική κυβέρνηση και υπό ποιους όρους, όχι στην ΕΚΤ».
Αναφερόμενος, δε, σε παλιότερη δήλωση του κεντρικού τραπεζίτη Mario Draghi ότι θα έκανε τα πάντα για να κρατήσει ενωμένη την Ευρωζώνη, είπε: «Αρνούμαι να συζητήσω μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ επειδή δεν εργαζόμαστε σε αυτό το πλαίσιο.
Χρηματοδοτούμε την ελληνική οικονομία και συνεργαζόμαστε από κοινού με το ΔΝΤ και την Κομισιόν για να εξασφαλίσουμε μια συμφωνία με την Αθήνα, με στόχο να κρατήσουμε την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ».
Κληθείς να σχολιάσει το κατά πόσον το ΔΝΤ είναι αρκετά απαιτητικό δήλωσε ότι «το ΔΝΤ έχει μια διαφορετική εντολή και άλλους μετόχους από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Εργάζεται για λογαριασμό 188 χωρών, οι περισσότερες εκ των οποίων δεν ανήκουν στην Ευρωζώνη και έχουν ένα χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο από εκείνο της Ελλάδας.
Έτσι το ΔΝΤ έχει τις ανησυχίες του αναφορικά με την ισότιμη μεταχείριση και νομίζω ότι είναι απόλυτα δικαιολογημένες».
Σχολιάζοντας την πορεία της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην Ελλάδα και τους θεσμούς και σε επισήμανση του δημοσιογράφου ότι «μοιάζει με διάλογο κωφών» ο Cœure σημειώνει ότι «στόχος είναι να υπάρξει μια ισορροπία ανάμεσα στο πρόγραμμα της νεοεκλεχθείσας κυβέρνησης που έχει ισχυρή δημοκρατική νομιμοποίηση και στα συμφέροντα των χωρών της Ευρωζώνης, που είναι επίσης δημοκρατίες».
Το ζήτημα, συνεχίζει « δεν είναι απλά οι μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες για την Ελλάδα αλλά επίσης το γεγονός ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις χρηματοδοτούνται από φορολογούμενους άλλων χωρών, που επίσης έχουν επηρεαστεί από την κρίση».
Τέλος σε ερώτηση για το μια έξοδος της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ θα πυροδοτούσε τη διάλυση του κοινού νομίσματος απαντά: «Η ΕΚΤ, επαναλαμβάνω, θέλει να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη.
Αν κάποια μέρα μια χώρα θελήσει να αποχωρήσει αυτό θα ήταν μια σοβαρή προειδοποίηση για την Ευρώπη, επειδή το ερώτημα που αναμφίβολα θα προέκυπτε είναι κατά πόσον ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να επαναληφθεί».
Ωστόσο, δηλώνει ότι δεν ανησυχεί ιδιαίτερα για τη συνοχή της Ευρωζώνης, αν και όπως προσθέτει, «αν μια χώρα αποφασίσει να αποχωρήσει απ’ αυτή την κοινή αντίληψη αυτό αναμφίβολα θα υποχρέωνε τις άλλες χώρες να εδραιώσουν κατηγορηματικά την προσήλωσή τους στις κοινές αξίες με την επιτάχυνση της διαδικασίας της ενίσχυσης της Ευρωζώνης».
Όσο για το εάν πρέπει να γίνουν και άλλες κινήσεις από την ελληνική πλευρά ώστε να μην υπάρξει μια ακόμα αναδιάρθρωση είπε:
«Η απάντηση θα εξαρτηθεί από τους τελικούς όρους της συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών.
Αυτό είναι το κριτήριο με βάση το οποίο θα επανεκτιμήσουμε τη βιωσιμότητα του χρέους.
Τα χρήματα ανήκουν σε φορολογούμενους των χωρών της Ευρωζώνης οπότε εναπόκειται στις κυβερνήσεις τους, όχι την ΕΚΤ, να πάρουν αποφάσεις για αυτό το θέμα».
Σε ερώτηση για το αν η ΕΚΤ θα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή για τη διάσωση της Ελλάδας σε περίπτωση που αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις και περαιτέρω αν θα μπορούσε να καταλήξει σε εκτύπωση χρήματος ο αξιωματούχος της ΕΚΤ απάντησε:
«Είμαστε ήδη στην πρώτη γραμμή και παίζουμε πλήρως τον ρόλο μας ως κεντρική τράπεζα και για τις 19 χώρες που μοιράζονται το ίδιο νόμισμα, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Η ρευστότητα που παρέχεται στις ελληνικές τράπεζες από το Ευρωσύστημα (την ΕΚΤ και την Τράπεζα της Ελλάδας) έχει αυξηθεί από 45 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2014 σε 119 δισ. ευρώ σήμερα, πράγμα που σας δίνει μια εικόνα για τον βαθμό της υποστήριξης που προσφέρει η ΕΚΤ στις ελληνικές εταιρείες και νοικοκυριά».
Ωστόσο, συνεχίζει, «από τη μία πλευρά η ικανότητά μας να δράσουμε διέπεται από τους κανόνες που απορρέουν από τις Συνθήκες και έχουν εγκριθεί από τους Ευρωπαίους πολίτες.
Μπορούμε να δανείσουμε τις ελληνικές τράπεζες εάν είναι φερέγγυες και παρέχουν ασφάλεια και από την άλλη πλευρά δεν επιτρέπεται να δανείσουμε την ελληνική κυβέρνηση ( ή οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση).
Εναπόκειται στις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωζώνης το να αποφασίσουν αν θα δανείσουν χρήματα στην ελληνική κυβέρνηση και υπό ποιους όρους, όχι στην ΕΚΤ».
Αναφερόμενος, δε, σε παλιότερη δήλωση του κεντρικού τραπεζίτη Mario Draghi ότι θα έκανε τα πάντα για να κρατήσει ενωμένη την Ευρωζώνη, είπε: «Αρνούμαι να συζητήσω μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ επειδή δεν εργαζόμαστε σε αυτό το πλαίσιο.
Χρηματοδοτούμε την ελληνική οικονομία και συνεργαζόμαστε από κοινού με το ΔΝΤ και την Κομισιόν για να εξασφαλίσουμε μια συμφωνία με την Αθήνα, με στόχο να κρατήσουμε την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ».
Κληθείς να σχολιάσει το κατά πόσον το ΔΝΤ είναι αρκετά απαιτητικό δήλωσε ότι «το ΔΝΤ έχει μια διαφορετική εντολή και άλλους μετόχους από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Εργάζεται για λογαριασμό 188 χωρών, οι περισσότερες εκ των οποίων δεν ανήκουν στην Ευρωζώνη και έχουν ένα χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο από εκείνο της Ελλάδας.
Έτσι το ΔΝΤ έχει τις ανησυχίες του αναφορικά με την ισότιμη μεταχείριση και νομίζω ότι είναι απόλυτα δικαιολογημένες».
Σχολιάζοντας την πορεία της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην Ελλάδα και τους θεσμούς και σε επισήμανση του δημοσιογράφου ότι «μοιάζει με διάλογο κωφών» ο Cœure σημειώνει ότι «στόχος είναι να υπάρξει μια ισορροπία ανάμεσα στο πρόγραμμα της νεοεκλεχθείσας κυβέρνησης που έχει ισχυρή δημοκρατική νομιμοποίηση και στα συμφέροντα των χωρών της Ευρωζώνης, που είναι επίσης δημοκρατίες».
Το ζήτημα, συνεχίζει « δεν είναι απλά οι μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες για την Ελλάδα αλλά επίσης το γεγονός ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις χρηματοδοτούνται από φορολογούμενους άλλων χωρών, που επίσης έχουν επηρεαστεί από την κρίση».
Τέλος σε ερώτηση για το μια έξοδος της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ θα πυροδοτούσε τη διάλυση του κοινού νομίσματος απαντά: «Η ΕΚΤ, επαναλαμβάνω, θέλει να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη.
Αν κάποια μέρα μια χώρα θελήσει να αποχωρήσει αυτό θα ήταν μια σοβαρή προειδοποίηση για την Ευρώπη, επειδή το ερώτημα που αναμφίβολα θα προέκυπτε είναι κατά πόσον ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να επαναληφθεί».
Ωστόσο, δηλώνει ότι δεν ανησυχεί ιδιαίτερα για τη συνοχή της Ευρωζώνης, αν και όπως προσθέτει, «αν μια χώρα αποφασίσει να αποχωρήσει απ’ αυτή την κοινή αντίληψη αυτό αναμφίβολα θα υποχρέωνε τις άλλες χώρες να εδραιώσουν κατηγορηματικά την προσήλωσή τους στις κοινές αξίες με την επιτάχυνση της διαδικασίας της ενίσχυσης της Ευρωζώνης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου